Ο διαχρονικός αγώνας των εθνών για την απόκτηση ισχύος καθορίζει τις εξελίξεις σε όλες τις εκφάνσεις ζωής.
Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Φ. Γιαννόπουλος Γεωστρατηγικός αναλυτής και αρχισυντάκτης του Mytilenepress. Contact : survivroellas@gmail.com-
Πάγια προσωπική μου αρχή είναι ότι όλα τα έθνη έχουν το δικαίωμα να έχουν τις δικές τους πολιτικές-οικονομικές, θρησκευτικές και γεωπολιτικές πεποιθήσεις, με την προϋπόθεση να μην τις επιβάλουν με πλάγιους τρόπους είτε δια της βίας σε λαούς και ανθρώπους που δεν συμφωνούν. Αναφέρομαι πάντοτε στους Φοίνικες που από μονοθεϊστές της Παλαιάς Διαθήκης έγιναν ένθερμοι υποστηρικτές του Διονυσιακού πολιτισμού. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την έγγραφη έγκριση του συγγραφέα.
ΙΒΑΝ : GR 1502635980000240200012759-ΑΡΙΘΜΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ 0026.3598.24.0200012759 ΕUROBANK Η ΜΕ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ-ΑΠΛΗ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ. EΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ : SURVIVORELLAS@GMAIL.COM KAI 6945294197. ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΔΙΑΚΟΨΕΙ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΚΟΠΟΥ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ.
Σας ενημερώνω ότι το Mytilenepress λειτουργεί κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες που έχει βρεθεί ποτέ συνάνθρωπος μας. Οι αιτίες είναι γνωστές και τα ατράνταχτα στοιχεία αναρτημένα στην προσωπική μου ιστοσελίδα και σε άλλες ιστοσελίδες. Οι παράγοντες του Διονυσιακού πολιτισμού εδώ και δεκαετίες επιχειρούν την ηθική-κοινωνική, οικονομική, βιολογική μου εξόντωση για να σταματήσω το λειτούργημα που επιτελώ. Εάν κλείσει το ηλεκτρονικό περιοδικό ειδικού σκοπού η ζημιά θα είναι τεράστια για το έθνος και όχι για το Mpress. Σας καλώ να διαβάσετε προσεκτικά ολόκληρη την εργασία που ακολουθεί. Κλικ επάνω στο κόκκινο πλαίσιο.
Η έννοια του αμυντικού πολέμου στο διεθνές δίκαιο αφορά την πολεμική εμπλοκή μεταξύ των εθνών. Η χρήση όπλων ανάγεται ιστορικά στην αρχαιότητα και προηγείται της εμφάνισης των εθνών-κρατών. Η νόμιμη άμυνα επιτρέπεται και είναι δίκαιη όταν τεθούν σε κίνδυνο οι βασικές ανθρώπινες αξίες η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, η τιμή, η επιβίωση και η ζωή.
Τo πώς ορίζεται η έννοια του δικαίου, διαφέρει ανάλογα με τις θρησκευτικές, πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές πεποιθήσεις ενός έθνους, στα πλαίσια μιας ορισμένης ιστορικής περιόδου. Επίσης δύο αντικρουόμενες εκδοχές για τα αίτια του πολέμου, είναι λογικό να παρουσιασθούν ως δίκαιες. με αξιόπιστα επιχειρήματα επιχειρήματα από την κάθε πλευρά.
Οι πόλεμοι αποδοκιμαζόταν εν μέρη στην αρχαία Ελλάδα, εν τούτοις η νομιμότητα τους δεν αμφισβητήθηκε ποτέ. Oι αρχαίες Ελληνικές πόλεις έδιναν μεγάλη βαρύτητα στις αιτίες για την προσφυγή σε πόλεμο.
Το φαινόμενο του πολέμου αποτελεί διαχρονικό αντικείμενο επιστημονικών μελετών στην γεωστρατηγική-γεωπολιτική, τις Διεθνείς σπουδές και τις στρατιωτικές σχολές. Ο πόλεμος είναι μια πράξη βίας με στόχο την υποταγή-εξαναγκασμό στις επιθυμίες του αντιπάλου.
Ο επεκτατικός πόλεμος είναι το μέσον για την επίτευξη άνομων σκοπών επί του αντιπάλου. Η ειρήνη και η αγάπη υποστηρίζονται και προωθούνται σχεδόν από όλες τις θρησκείες. Εν τούτοις στις πιο αιματοβαμμένες σελίδες της ανθρωπότητας με πολέμους, την μεγαλύτερη ευθύνη φέρουν τα ιερατεία των θρησκειών.
Οι πολεμικές αντιπαραθέσεις στο όνομα των θεών γινόταν στην πραγματικότητα για να αποκτούν οι αχριερείς των θρησκειών εξουσία-δύναμη και πλούτο. Η κινητήριος δύναμη της θρησκείας κινητοποιούσε τις μάζες οι οποίες πολεμούσαν για την πίστη, την πατρίδα, την ελευθερία, την περιουσία, και την ζωή. Το περί δικαίου αίσθημα το οποίο επικαλούνταν τα ιερατεία έκανε λιγότερο ειδεχθής και αποκρουστικές τις πολεμικές διαμάχες.
Στην δίκη της Νυρεμβέργης εισήχθη το αξίωμα σχετικά με τους επιθετικούς πολέμους. Οι επιθετικοί πόλεμοι αποτελούν έγκλημα. Ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών επιτρέπει τους αμυντικούς πολέμους και για αυτό δίνει το δικαίωμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας να επιβάλλει στρατιωτικές κυρώσεις για την διατήρηση της ειρήνης. Τα επιχειρήματα περί δίκαιου πολέμου διδάσκονται στον Αριστόκλειο πολιτισμό και την Ορθοδοξία.
Η Ελευθερία και η Αξιοπρέπεια είναι οι δύο μεγαλύτερες πανανθρώπινες αξίες τις οποίες δημιούργησαν και τις δίδαξαν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί σε όλη την ανθρωπότητα.
Εν τούτοις το σημαντικότερο όλων ήταν ότι δεν ήταν θεωρητικοί διδάσκαλοι των δύο υπέρτατων αξιών. Τις δύο μέγιστες πανανθρώπινες αξίες, τις δίδαξαν πολεμώντας χάνοντας τις ζωές τους και τραυματιζόμενοι στα πεδία των μαχών.
Η ελευθερία και η αξιοπρέπεια είναι τα ιερότερα και σημαντικότερα αγαθά της Αριστόκλειας παιδείας. Απαιτούνται σκληροί αγώνες και αιματηροί ενίοτε για να διατηρηθούν αυτές οι δύο υπέρτατες αρχές από τα έθνη. Οι δύο μεγαλύτεροι ιστορικοί της αρχαιότητας εξιστορούν μεγάλους πολέμους. Όμως κάποιοι ισχυρίζονται ότι ο Θουκυδίδης στρέφεται ενάντια στον Ηρόδοτο !!!
Πως γίνεται να αντιπαθεί ένας γνήσιος Έλληνας τον Πατέρα της Ελληνικής και της παγκόσμιας Ιστορίας :
Οι μόνοι που αντιπαθούσαν τον Μέγα Ηρόδοτο ήταν και είναι οι παράγοντες του Διονυσιακού πολιτισμού, όπως θα διαπιστώσετε στην σημερινή επιστημονική μου εργασία. Προεξέχων στην συκοφάντηση του Ηροδότου είναι ο αρχιερέας των Φοινικικών Δελφών Πλούταρχος.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία όπως έχω ήδη επισημάνει σε παλαιότερες επιστημονικές μου εργασίες ότι Ηρόδοτος και Θουκυδίδης έχουν κάτι κοινό. Συμφωνούν και οι δύο ότι όλα τα δεινά του Ελληνισμού προερχόταν από τον Διονυσιακό πολιτισμό και το Φοινικικό μαντείο των Δελφών.
Εν τούτοις εάν διαβάσουμε ακόμη πιο προσεκτικά τις ιστορίες των δύο μεγαλύτερων ιστορικών, θα διαπιστώσουμε ότι έχουν και άλλες ομοιότητες στα έργα τους !!! Μετά από συνεχόμενες και εκτενείς αναφορές μου περί των εγκλημάτων από τους μετόχους στα Διονυσιακά αξιώματα ενάντια στον Ελληνισμό από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, η επιστημονική κοινότητα προσεγγίζει διαφορετικά την σχέση Ηρόδοτου και Θουκυδίδη.
Η εξέταση των θεματικών-δομικών και λεξικολογικών συνδετικών κρίκων μεταξύ των δύο ιστορικών είναι χρήσιμη καθώς προσφέρει ενδείξεις ότι οι δύο ιστορικοί ομοιάζουν ως προς τις μεθόδους τους, την λογοτεχνική παρουσίαση και τις απόψεις για την ιστορική αιτιολογία περισσότερο από ότι συνήθως, σχεδόν αξιωματικά, πιστεύεται.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο Θουκυδίδης γνώριζε το ιστορικό έργο του Ηρόδοτου. Αν και ξένοι καθηγητές και συγγραφείς-αναλυτές εκτιμούν ότι το μέγεθος και η φύση της σχέσης μεταξύ του Θουκυδίδη και του Πατέρα της ιστορίας είναι στοιχεία ασαφή, αν όχι εντελώς σκοτεινά.
Αυτό οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στο ότι ο Θουκυδίδης αποφεύγει να αναφερθεί στον προκάτοχό του ονομαστικά και με αυτόν τον τρόπο δεν υποδηλώνει αν χρησιμοποίησε το έργο του ως πηγή ή ως πρότυπο. Για αυτό κάθε προσπάθεια να διερευνήσει κανείς την σχέση μεταξύ των δύο ιστορικών δεν είναι δυνατόν να είναι περισσότερο από "εικασίες".
Αυτό είναι ακόμη πιο φανερό εάν συγχρόνως λάβουμε υπόψη το απέραντο λογοτεχνικό υλικό το οποίο έχει χαθεί για πάντα ή έχει σωθεί αποσπασματικά. Επίσης θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν την μεγάλη επιρροή του Ομήρου, των λυρικών ποιητών και των Τραγικών, όλων αυτών των ανεξάντλητων κοινών αποθεμάτων πνευματικής και λογοτεχνικής κληρονομιάς.
Επίσης, η προσπάθεια να προσδιορισθεί η σχέση του Θουκυδίδη με τον Ηρόδοτο και οι πιθανές οφειλές του σε αυτόν θα έρθει αντιμέτωπη με τις πολλές γενιές κριτικών, οι οποίοι υποστήριξαν με πάθος ότι η σχέση μεταξύ των δύο ήταν μόνον "εχθρική" και ανταγωνιστική.
Η σαφής και κατηγορηματική υπογράμμιση της ιστορικής μεθοδολογίας, η διόρθωση ιστορικών πληροφοριών του προκατόχου του και η ρητή απόρριψη του μυθώδους εκ μέρους του Θουκυδίδη έχουν θεωρηθεί, ήδη από την αρχαιότητα ως μετωπικές επιθέσεις εναντίον του Ηροδότου.
Αυτή η ερμηνεία οδήγησε στην θεμελίωση της κρατούσας άποψης ότι ο Θουκυδίδης αντιπαθούσε τον Ηρόδοτο και μεταχειρίστηκε το έργο του σχεδόν ως "παρωδία", ότι οι δυο τους ‘συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον, αλλά ως αντίθετα’, με τον Θουκυδίδη να μην έχει ‘την τάση να μιμείται τον προκάτοχό του, αλλά να χρησιμοποιεί το έργο του Ηροδότου μόνο για να το "διορθώνει" και να το απορρίπτει.
Μόνον πολύ πρόσφατα άρχισαν οι μελέτες να γεφυρώνουν όσα επί αιώνες χώριζαν τους δύο ιστορικούς.
Την σύγχρονη εποχή όλο και περισσότερο έχουμε τάσεις στην έρευνα η οποία αποβλέπει στο να επανορθώσει εσφαλμένες αντιλήψεις και στερεότυπα σχετικά με τον επιστημονικό και αντικειμενικό ιστορικό έναντι του αφελούς και άδολου αφηγητή ιστοριών (Ηρόδοτος). το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια περισσότερο Θουκυδίδεια ανάγνωση του Ηροδότου και μια Ήροδότεια ανάγνωση του Θουκυδίδη. Επιστήμονες και μελετητές άρχισαν να προσεγγίζουν την σχέση μεταξύ των δύο με έναν πιο θετικό τρόπο.
Συνέπεια των εκτεταμένων μελετών ήταν οι εντυπωσιακές ομοιότητες παρατηρήθηκαν, από την καταγραφή γεγονότων, τα λεκτικά παράλληλα και τα λογοτεχνικά μοτίβα μέχρι την θρησκεία και την ιστορική μεθοδολογία.
Ακολουθώντας αυτές τις εξελίξεις διαπιστώνουμε ότι ο Θουκυδίδης εμφανίζει ορισμένες μεθοδολογικές ομοιότητες με τον Μέγα Ηρόδοτο με εμφανέστατα τα ίχνη επιρροής.
Πιο συγκεκριμένα θα επικεντρωθούμε σε μια όψη της ιστορικής αιτιολόγησης την οποία οι δύο ιστορικοί φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν με εντυπωσιακά παρόμοιο τρόπο.
Και οι δύο κάνουν χρήση της εμπειρικής ψυχολογίας στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν τις δύο μείζονες στρατιωτικές ήττες, τις οποίες διηγούνται αντίστοιχα στα έργο τους: την καταστροφή του Αθηναϊκού στόλου στην Σικελία (Θουκυδίδης) και την αποτυχία της εκστρατείας του Ξέρξη εναντίον της Ελλάδας (Μέγας Ηρόδοτος).
Οι ιστορικοί μοιάζουν στον τρόπο με τον οποίον πραγματεύονται τους ψυχολογικούς παράγοντες και ιδιαίτερα τις βαθύτερες ανάγκες-επιθυμίες ως κίνητρα των ιστορικών πράξεων. Οι δύο ιστορικοί αποκλείουν την μετριοπάθεια-λογική που οδηγούν τους ανθρώπους και τους λαούς στην καταστροφή.
Με αυτόν τον τρόπο θα αποδειχθεί ότι οι δύο ιστορικοί-αφηγητές χρησιμοποιούν την εστιασμένη αφήγηση, μια αφηγηματική τεχνική η οποία είναι ευρέως γνωστή στις Θουκυδίδειες σπουδές ως ‘συναγόμενο κίνητρο στην εξιστόρηση των κρίσιμων στρατιωτικών επιχειρήσεων των Αθηναίων και του Ξέρξη.
Οι δυο Έλληνες ιστορικοί υιοθετούν την οπτική γωνία των συμμετεχόντων, εξερευνώντας την ψυχή τους και συμπεραίνοντας τα ψυχολογικά κίνητρα τα οποία υπόκεινται στη δράση που πρόκειται να ακολουθήσει.
Ξένοι καθηγητές εκτιμούν ότι ο Θουκυδίδης σκόπιμα εκμεταλλεύτηκε την λογοτεχνική παρουσίαση των βασιλέων της Ανατολής από τον Ηρόδοτο. Αυτό το έκανε για να την αξιοποιήσει στην δική του σκιαγράφηση και χαρακτηρισμό των Αθηναίων κατά την περίοδο που ετοιμάζονται να εκστρατεύσουν στη Σικελία.
Με αυτόν τον τρόπο ο Θουκυδίδης εμφανίζεται να εκφέρει μια έμμεσα αρνητική γνώμη σχετικά με την πνευματική κρίση και την υιοθέτηση τυραννικών χαρακτηριστικών από την Αθήνα, σχετικά με την ανάδειξή της σε μια νέα Περσία. Αυτή είναι μια άποψη, η οποία συμφωνεί με την γενική εικόνα που έχει για την Αθήνα ένα μεγάλο μέρος του αρχαίου Ελληνικού κόσμου κατά την περίοδο που ακολουθεί τους Περσικούς πολέμους.
ΜΕΓΑΣ ΗΡΟΔΟΤΟΣ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ.
Ο Μεγάλος Ηρόδοτος εξιστορεί για να μην λησμονηθούν με την πάροδο του χρόνου τα επιτεύγματα του Αριστόκλειου πολιτισμού και των Ελλήνων. Είχε ως κίνητρο να μην παραμείνουν αμνημόνευτα τα μεγάλα και θαυμαστά κατορθώματα του Ελληνισμού. Ο Πατέρας της ιστορίας ασχολείται με την σύγκρουση των δύο παγκόσμιων πολιτισμών και τους Περσικούς Πολέμους.
Πρωταρχικός σκοπός για εκείνον είναι να μην εξαφανιστούν από την μνήμη του Ελληνισμού, τα σπουδαία κατορθώματα των προγόνων. Παράλληλα επιθυμεί να αναδείξει ότι ο πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων ήταν σύγκρουση μεταξύ δύο διαφορετικών πολιτισμών (Αριστόκλειος-Διονυσιακός). Με τον Ηρόδοτο η ανθρωπότητα εισήλθε στην συστηματική-επιστημονική εξιστόρηση των ιστορικών γεγονότων.
Ο τρόπος που γράφεται η Ιστορία από τον Ηρόδοτο είναι μεθοδικός και επιστημονικός. Ενδεικτικό είναι ότι ο αμέσως επόμενος ιστορικός Θουκυδίδης, βαδίζει στον δρόμο που χάραξε ο πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος. Ο Ηρόδοτος δεν ήταν θεωρητικός καθώς πήγαινε ο ίδιος στις ξένες χώρες και διασταύρωνε τα ιστορικά στοιχεία.
Ο ιστορικός από την Αλικαρνασσό ταξιδεύει στις παραθαλάσσιες πόλεις, πηγαίνει στις Σάρδεις, στην Βαβυλώνα, στην Ασσυρία και σε μεγάλο μέρος υτης Περσίας. Πηγαίνει στην Αίγυπτο και αναπλέει τον Νείλο έως την Ελεφάντινη νήσο – χίλια χιλιόμετρα από τις εκβολές του ποταμού. Ταξιδεύει και στα βορινά. Πηγαίνει στην Κολχίδα, περιγράφει τα χιόνια της Ουκρανίας. Ταξιδεύει πολύ στο εσωτερικό της Ελλάδας, στην Μεγάλη Ελλάδα και την Σικελία. Όταν ιδρύεται η αποικία Θούριοι, στην Νότιο Ιταλία, πηγαίνει στην νέα πολιτεία και ζει εκεί είκοσι χρόνια.
Από την αρχαιότητα ο Ηρόδοτος κατηγορήθηκε ότι αναφέρει φανταστικά πράγματα και ότι είναι λογοκλόπος, πως δέχτηκε ως γεγονότα χωρίς να τα εξετάσει με προσοχή και με πολλά στοιχεία. Για αυτό είναι μεροληπτικός για τους Έλληνες που μήδισαν και για τους Πέρσες !!!. Για αυτό τον κατηγόρησε ο Αρχιερέας του Σημιτικού Μαντείου των Δελφών Πλούταρχος, ο οποίος έγραψε το Περί Ηροδότου κακοηθείας. Εκεί ο μεταγενέστερος ιστορικός και παράγοντας του Διονυσιακού πολιτισμού κατηγορεί τον Ηρόδοτο επειδή περιγράφει με ιδιαίτερη επιμονή την προδοσία της Βοιωτίας, η οποία, με την Θήβα επικεφαλής, συμμαχεί με τους Πέρσες.
Η κριτική που ασκήθηκε εναντίον του Ηροδότου από την αρχαιότητα έως πρόσφατα, ότι τάχα αναφέρει φανταστικά πράγματα και είναι μυθομανείς προέρχεται από τους μετόχους της Διονυσιακής κουλτούρας με στόχο να αποσιωπήσουν τα εγκλήματα των Φοινίκων-Ιουδαίων στην αρχαία Ελλάδα.
Ο Ηρόδοτος είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι δεν εξαπάτησε ποτέ και κανέναν. Γράφει ο ίδιος ότι θα διηγηθεί τα όσα είδε, τα όσα άκουσε και τα όσα λέει η παράδοση, αλλά κάθε φορά που αναφέρει πράγματα τα οποία του φαίνονται απίστευτα, το δηλώνει. Χαρακτηριστικά περί της αμεροληψίας και της υψηλής επιστημονικής ακρίβειας περιγραφών του Ηροδότου αναφέρει σύγχρονος αρθρογράφος :
"Το περίεργο όμως είναι ότι όσο πλουτίζονται οι γνώσεις μας για τον αρχαίο κόσμο, τόσο επαληθεύονται τα όσα γράφει ο Ηρόδοτος, ακόμη κι εκείνα τα οποία ο ίδιος δεν πίστευε. Όπως, για παράδειγμα οι δύο λύκοι που οδηγούν έναν Αιγύπτιο ιερέα (II, 122), οι οποίοι είναι δύο βοηθοί που φορούν προσωπίδες λύκων στην λιτάνευση του θεού Όσιρι. Επίσης το γεγονός ότι οι Φοίνικες ναύτες του Φαραώ Νεκώ παραπλέοντες την Λιβύη… «τον ήλιον έσχον ες τα δεξιά», το οποίο δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά το ότι παρέπλευσαν το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος και βρέθηκαν στην ανατολική ακτή της Αφρικής. Αλλά και ορισμένα από τα παραμύθια, τα οποία έχει καταγράψει ο Ηρόδοτος, τα βρήκαν οι σύγχρονοι αιγυπτιολόγοι ιστορημένα με ιερογλυφικά στους τοίχους των ναών της Αιγύπτου. Δικαιώνεται και εδώ ο Ηρόδοτος."
Το διάβασμα της Ιστορίας του Ηροδότου είναι μια αναδρομή στον αρχαίο κόσμο, ένα ταξίδι στον χρόνο, με συντροφιά έναν παρατηρητικό, έξυπνο και ευχάριστο οδηγό, που είδε πολλά, έμαθε πολλά και ξέρει να συγκρατεί την προσοχή μας, γοητεύοντάς μας σε κάθε βήμα, καθώς περιδιαβάζομε μαζί του.
Ο Διονυσιακός πολιτισμός αποτελεί την διαχρονική καταστροφή του Ελληνικού έθνους. Ο βιογράφος-ιστορικός, φιλόσοφος και αρχιερέας-θεουργός των Δελφών από την Χαιρώνεια Πλούταρχος έγραψε το γνωστό έργο «Περί Ηροδότου κακοηθείας».
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της Διονυσιακής Κουλτούρας από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα ο ρόλος του Έλληνα ιστορικού Ηροδότου, ήταν «ύποπτος». Αναφέρει σε άρθρο του βαθμοφόρος παράγοντας της αρχαίας θρησκείας σχετικά με τον Ιστορικό Ηρόδοτο τα εξής :
«Μετά τα εκτεθέντα προηγουμένως για την Ελληνική Γλώσσα και την Γραφή, παραθέτω ένα απόσπασμα – αναφορά του Μυσταγωγού Πλουτάρχου ο οποίος αντικρούει τον ύποπτο ρόλο του Ηροδότου, για αυτά που γράφει στο βιβλίο του «Τερψιχόρη» 57, 59 περί δήθεν Φοινικίας προέλευσης του Ελληνικού Αλφαβήτου και τον κατηγορεί για κακοήθεια.
Ο Πλούταρχος στο «περί της Ηροδότου κακοηθείας» αναφέρεται σε σύγγραμμα του Αριστοφάνους του Βοιωτού, ο οποίος είχε γράψει πως ο Ηρόδοτος στην τυχοδιωκτική του πορεία, έφθασε κάποτε στας Θήβας και ζήτησε μισθό από τους Θηβαίους, αλλά οι Θηβαίοι τον περιφρόνησαν και δεν του έδωσαν μάλιστα δε, τον εμπόδισαν να συναναστραφεί με τους νέους των Θηβών, γεγονός που αποτελούσε μεγάλη προσβολή.
Από αυτό το επεισόδιο και από άλλες παρόμοιες αναφορές οδηγούμεθα στο συμπέρασμα που δεν πρέπει να απέχει από την πραγματικότητα ότι ο Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς, προσπάθησε να εργασθεί και σε άλλες πόλεις όπως στις Θήβες και κατέληξε στην Αθήνα, ανέπτυξε στενή φιλία με τον Περικλή ο οποίος σαν έξυπνος πολιτικός γνώριζε καλά την προώθηση και την διάδοση των πληροφοριών. Φρόντισε λοιπόν να του δώσουν οι Αθηναίοι αρκετό χρυσό και για αυτό ο Ηρόδοτος, έγραψε πολύ ευνοϊκά για αυτούς.
Οι Θηβαίοι τον υποψιάστηκαν σαν επιπόλαιο, λαοπλάνο και επικίνδυνο και τον απέλασαν. Αν τον είχαν κρατήσει, πιθανώς τώρα θα αγωνιζόμασταν να αποδείξουμε την Ελληνική καταγωγή των Αθηναίων. Είχε λοιπόν σοβαρό προσωπικό λόγο ο Ηρόδοτος να θέλει την εκδίκηση και την ηθική εξόντωση των Βοιωτών, οι οποίοι τον περιφρόνησαν. Και τι θα ήταν χειρότερο και πιο εξοντωτικό για έναν Έλληνα από το να του αφαιρέσεις ή να του αμφισβητήσεις την Ελληνική καταγωγή του, τόσο ανεπτυγμένο είχαν το Ελληνικό τους φρόνημα τότε.
Αγανακτισμένος ο Βοιωτός Μυσταγωγός από την Χαιρώνεια Πλούταρχος, διακωμωδεί τον Ηρόδοτο, γράφοντας:
«Αριστογείτονα μέντοι ουκέτι κύκλω και κακώς, άλλ’ άντικρυς διά πυλών εις Φοινίκην εξελαύνει, Γεφυραίον γεγονέναι λέγων ανέκαθεν, τους δε Γεφυραίους ουκ απ’ Ευβοίας ούδ’ Ερετριείς, ώσπερ οίονται τινές, αλλά Φοίνικας είναί φησιν, αυτός ούτω πεπεισμένος», στην περίπτωση του Αριστογείτονα δεν χρησιμοποιεί τέτοια κυκλική κακή πορεία, αλλά απέναντι μέσα από τις πύλες, δηλαδή όχι με πλάγιο τρόπο αλλά απ’ ευθείας, τον εξορίζει στην Φοινίκη λέγων πως ανέκαθεν ήταν εκ γεννήσεως Γεφυραίος, για τους Γεφυραίους μάλιστα λέει ότι ούτε Ευβοείς ούτε Ερετριείς ήσαν όπως πιστεύουν κάποιοι, αλλά Φοίνικες όπως ο ίδιος πυνθάνεται.»
Οι αναφορές του Ηροδότου σχετικά με τους Ιουδαίους -Φοίνικες : «Οί δε Γεφυραίοι, τών ήσαν οί φονέες οί Iππάρχου, ώς μέν αυτοί λέγουσι, εγεγόνεσαν εξ Ερετρίης τήν αρχήν, ώς δε εγώ αναπυνθανόμενος ευρίσκω, ήσαν Φοίνικες τών συν Κάδμω απικομένων Φοινίκων ες γήν τήν νύν Βοιωτίην καλεομένην, οικέον δε τής χώρης ταύτης απολαχόντες τήν Ταναγρικήν μοίραν. Εντεύθεν δε, Καδμείων πρότερον εξαναστάντων υπ’ Αργείων, οί Γεφυραίοι ούτοι δευτέρα υπό Βοιωτών εξαναστάντες ετράποντο επ’ Αθηνέων. Αθηναίοι δε σφέας επί ρητοίσι εδέξαντο σφέων αυτών πολιήτας, πολλών τεών και ούκ αξιαπηγήτων επιτάξαντες εργέσται.
Οί δε Φοίνικες ούτοι, οί σύν Κάδμω απικόμενοι, τών ήσαν οί Γεφυραίοι, άλλα τε πολλά οικίσαντες ταύτην τήν χώρην εσήγαγον διδασκαλίαν ες τούς Έλληνες καί δη τά γράμματα, ούκ εόντα πρίν Έλλησι ώς εμοί δοκέειν, πρώτα μέν τοίσι καί άπαντες χρέωνται Φοίνικες μετά δε χρόνου προβαίνοντες άμα τή φωνή μετέβαλον καί τόν ρυθμόν τών γραμμάτων. Περιοίκεον δε σφέας τά πολλά τών χώρων τούτων τόν χρόνον Ελλήνων Ίωνες, οί παραλαβόντες διδαχή παρά τών Φοινίκων τά γράμματα, μεταρρυθμίσαντες σφέων ολίγα εχρέωντο, χρεώμενοι δε εφάτισαν, ώσπερ καί τό δίκαιον έφερε εσαγόντων Φοινίκων ες τήν Ελλάδα, φοινικήϊα κέκλησθαι…. ίδον δε καί αυτός Καδμήϊα γράμματα εν τώ ιερώ τού Απόλλωνος τού Ισμηνίου εν Θήβησι τήσι Βοιωτών επί τρίποσι τρισί εγκεκολαμμένα, τά πολλά όμοια εόντα τοίσι Ιωνικοίσι»…, Ηρόδοτος, (Tερψιχόρη 57 – 59).
Η φοινικική γραφή είναι μόνο φθογγική γραφή. Συνεπώς είναι διαφορετική από την Ελληνική. Στην Φοινικική γραφή οι λέξεις γράφονται χωρίς κενό μεταξύ τους και σε οριζόντιες στήλες με κατεύθυνση από δεξιά προς αριστερά. Αυτό είναι το αντίθετο σχετικά με τον τρόπο της Ελληνικής γραφής. Από την αρχαιότητα κατηγορήθηκε ο Έλληνας Ηρόδοτος από τα σκοτεινά Φοινικικά ιερατεία ότι αναφέρει φανταστικά γεγονότα ως ιστορικά.
Τα αποδέχτηκε και τα κατέγραψε όλα χωρίς να τα εξετάσει-ερευνήσει με μεγάλη προσοχή, για αυτό σε πολλά στοιχεία τα οποία παραθέτει. Ήταν "μεροληπτικός" για τους Έλληνες, τους Πέρσες, όμως πάνω από όλα, για εκείνους που μήδισαν. Ειδικά για αυτό και τις αναφορές του Πατέρα της ιστορίας περί μηδισμού των Θηβαίων, τον κατηγόρησε ο Πλούταρχος στο δοκίμιό του Περί Ηροδότου κακοηθείας, όπου ο βιογράφος, φιλόσοφος και αρχιερέας του Φοινικικού μαντείου των Δελφών, κατηγορεί τον Έλληνα ιστορικό επειδή περιγράφει με ιδιαίτερη επιμονή την προδοσία της Βοιωτίας, η οποία με την Θήβα επικεφαλής συμμαχεί με τους Πέρσες.
Η οργή του Πλουτάρχου είναι εμφανής καθώς αποκαλεί τον Ηρόδοτο «συκοφάντη». Οι απαράδεκτοι και ανυπόστατοι χαρακτηρισμοί του Αρχιερέα των Δελφών, αποτελούν μια ετεροχρονισμένη ενέργεια παραπλανήσεως των μελλοντικών Ελληνικών γενεών. Οι κριτικές και οι κατηγορίες που ασκήθηκε εναντίον του Ηροδότου από την αρχαιότητα έως την σύγχρονη εποχή, περί δήθεν "μυθοπλασίας κα είναι κακοήθη και δεν ευσταθούν.
Ο Ηρόδοτος μέσα από τις ιστορικές του αναφορές είναι πάντοτε ακριβής και διασταυρώνει όλα τα στοιχεία. Ενδεικτικά αναφέρει ότι θα διηγηθεί τα όσα είδε-άκουσε και τα όσα αναφέρει η παράδοση, Όσα γεγονότα τελούν υπό αμφισβήτηση είναι απολύτως σαφής. Όσο καλλιεργείται-εξελίσσεται ο Αριστόκλειος πολιτισμός, σχετικά με την αρχαία Ελληνική Γραμματεία, θα γίνονται περισσότερο κατανοητές οι ιστορικές αναφορές του Ηροδότου. Το ιστορικό έργο του Ηροδότου είναι μια αναδρομή στον αρχαίο ιστορία με ένα συναρπαστικό-τίμιο και παρατηρητικό επιστήμονα. Εάν και εφόσον ισχύει η Φοινικική ιστορική εκδοχή, τότε δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή και απόδειξη αξιοπιστίας, από το γεγονός, ότι έδιωξαν τον Έλληνα Ηρόδοτο οι Ιουδαίοι-Φοίνικες της αρχαίας Θήβας.
Ο Πλούταρχος έγραψε εναντίον του Ηροδότου με στόχο να καλύψει την Σημιτική εισβολή στην Ελλάδα από τους Φοίνικες από το 1519 π.Χ. με μετά. Στόχος του Πλούταρχου η συγκάλυψη σχετικά την βίαιη επιβολή του ξενόφερτου Διονυσιακού πολιτισμού στην Ελληνική επικράτεια. Το μισό Β βιβλίο του Ηροδότου είναι αφιερωμένο στους Φοίνικες εισβολείς και στην επιβολή της ξένης προς τα Ελληνικά ήθη και έθιμα Ολύμπιας θρησκείας. Την λατρεία του δωδεκαθέου έφερε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ο Κάδμος. Η πρώτη πόλη η οποία λάτρεψε τους Ολύμπιους Θεούς από την Αίγυπτο, ήταν η αρχαία Θήβα.
Επίσης ο Βοιωτός αρχιερέας των Δελφών μνησικακεί εναντίον του πατέρα της ιστορίας γιατί αποκαλύπτει την πραγματική καταγωγή των Θηβαίων και των άλλων εισβολέων στην Ελληνική επικράτεια. Παράλληλα ο Αρχιερέας του Φοινικικού μαντείου επιθυμούσε να εκδικηθεί τον Ηρόδοτο, για τις αναφορές σχετικά με τους κίβδηλους χρησμούς των Δελφών.
Στα πλαίσια της σύγκρουσης των δύο παγκόσμιων πολιτισμών μια άλλη αιτία για τις συκοφαντίες εις βάρος του Ηροδότου είναι οι αναφορές του Μέγα Αριστοκλή στους στυλοβάτες του Διονυσιακού πολιτισμού (Ολύμπια Θρησκεία) Όμηρο και Ησίοδο. ο Αριστοκλής κατακρίνει τον Όμηρο και τον Ησίοδο, δύο από τους στυλοβάτες της αρχαίας θρησκείας.
Ο Ύπατος των Φιλοσόφων αναφέρει ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος γύριζαν σαν αλήτες από χώρες σε χωριά απαγγέλλοντας τις ραψωδίες τους, και ότι δεν μπόρεσαν την αρετή να διδάξουν κι’ ούτε να αποκτήσουν πιστούς φίλους και υποστηρικτές. Τέτοια ήταν η επίδραση του Ομήρου! Ποιητής χωρίς φίλους, χωρίς κύρος, χωρίς οπαδούς! Γιατί δεν ήταν σπουδαία προσωπικότητα, δεν ωφέλησε καμιά πόλη με τα έπη του, ούτε πέρασε για σπουδαίος νομοθέτης, διδάσκαλος ή σοφός, και ούτε καμιά πολιτεία τόνε μνημονεύει για δικό της αρχηγό». Οι Έλληνες φιλόσοφοι και σοφιστές, επιστήμονες, δεν δέχτηκαν ποτέ αυτήν την ξενόφερτη-δαιμονική θρησκεία από την Αίγυπτο, ως κάτι σοβαρό.
Η ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει και τον επιβεβαιώνει ο Μέγας Αριστοκλής ότι οι Φοίνικες ήρθαν από την Αίγυπτο, από το 1519 π.Χ. και μετά. Εκείνοι κατέκτησαν δια της βίας Στερεά Ελλάδα, και Πελοπόννησο και επέβαλαν το δωδεκάθεο. Η βίαιη επιβολή του Φοινικικού δωδεκαθέου άγγιξε τα όρια γενοκτονίας στην Ελληνική επικράτεια.
Από την αρχαιότητα οι εμπορικές συγκρούσεις έχουν πυροδοτήσει μεγάλους πολέμους, έχουν ανατρέψει αυτοκρατορίες και έχουν αναδιαμορφώσει τον παγκόσμιο χάρτη. Από την αρχαία Αθήνα και την Κόρινθο μέχρι τη σύγχρονη Αμερική και Κίνα, ο αγώνας για αγορές, πόρους και εμπορικές οδούς έχει οδηγήσει σε αιματηρές συγκρούσεις σε περισσότερες από μία περιπτώσεις.
Η «Παγίδα» του Θουκυδίδη είναι μια γεωπολιτική έννοια διεθνών σχέσεων που προέρχεται από το βιβλίο σχετικά με τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Εκεί ο Έλληνας στρατηγός-ιστορικός περιγράφει την σύγκρουση μεταξύ της Σπάρτης που ήταν η κυρίαρχη δύναμη και της Αθήνα που ήταν η αναδυόμενη δύναμη.
Η Σπάρτη οδηγείται στον πόλεμο από φόβους για την άνοδο του αντιπάλου της. Αυτό συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα με την άνοδο της Κίνας και της Ρωσίας.
Τον όρο «παγίδα του Θουκυδίδη» επινόησε ο Γκρέιαμ T. Άλλισον στο βιβλίο του Προορισμένοι για πόλεμο. Στο βιβλίο αυτό αναρωτιέται εάν είναι σε θέση ΗΠΑ και Κίνα να αποφύγουν την παγίδα του Θουκυδίδη. Στο βιβλίο του περιγράψει την ερμηνεία του μεγάλου ιστορικού για τα αίτια του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Το επιστημονικό-γεωπολιτικό δόγμα υποστηρίζει ότι όταν μια ισχυρή κυρίαρχη δύναμη αντιλαμβάνεται την άνοδο μιας άλλης που απειλεί να την επισκιάσει, μοιραίως οδηγείται σε σύγκρουση μαζί της.
Η συνέλευση των πολιτών της Σπάρτης αποφάσισε να κηρύξει τον πόλεμο στην Αθήνα, αντίθετα προς την εισήγηση του βασιλιά Αρχίδαμου. Αντίθετα με ότι πιστεύεται η Σπάρτη ήταν ένα καθεστώς άμεσης δημοκρατίας με εξισορροπητικά όργανα, όπως τους δύο βασιλείς, την γερουσία, τους εφόρους κ.λπ.). Μάλιστα η Απέλλα επέβαλε στον διαφωνούντα βασιλιά την αρχιστρατηγία σε έναν πόλεμο που αυτός δεν ήθελε.
Η απόφαση της Απέλλας οφειλόταν στην πεποίθηση ότι η Αθήνα ισχυροποιείτο συνεχώς και πολύ σύντομα η Σπάρτη θα ήταν μία πόλη περικυκλωμένη από μία αχανή Αθηναϊκή επικράτεια και δεν θα ήταν πλέον σε θέση να αντιδράσει. Για τους Αρχαίους Έλληνες η ισορροπία μεταξύ των πόλεων-κρατών ήταν πολύ σημαντική.
Η συνεχής αύξηση της Αθηναϊκής ισχύος οδηγούσε σε ολική ανατροπή αυτής της ισορροπίας. Για αυτό η Σπάρτη αποφάσισε να αρχίσει προληπτικό πόλεμο. Αθήνα και Σπάρτη αποδύθηκαν σε λυσσαλέο αγώνα αλληλοεξόντωσης μέχρις εσχάτων, με αποτέλεσμα την αμοιβαία αποδυνάμωσή τους, μετά μία βραχεία ηγεμονία της Σπάρτης και μία μεταβατική ηγεμονία της Θήβας και τελικώς την σαρωτική επέλαση του Φιλίππου της Μακεδονίας. Αυτό ήταν και το τέλος του αρχαίου Ελληνικού κόσμου.
ΟΙ ΤΡΟΜΕΡΟΙ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΜΦΥΛΙΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Η νόμιμη άμυνα επιτρέπεται και είναι δίκαιη όταν τεθούν σε κίνδυνο οι βασικές ανθρώπινες αξίες η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, η τιμή, η επιβίωση και η ζωή. Τo πώς ορίζεται η έννοια του δικαίου διαφέρει ανάλογα με τις θρησκευτικές, πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές πεποιθήσεις ενός έθνους, στα πλαίσια μιας ορισμένης ιστορικής περιόδου.
Επίσης δύο αντικρουόμενες εκδοχές για τα αίτια του πολέμου, είναι λογικό να παρουσιασθούν ως δίκαιες με αξιόπιστα επιχειρήματα επιχειρήματα από την κάθε πλευρά. Οι πόλεμοι αποδοκιμαζόταν εν μέρη στην αρχαία Ελλάδα, εν τούτοις η νομιμότητα τους δεν αμφισβητήθηκε ποτέ. Oι αρχαίες Ελληνικές πόλεις έδιναν μεγάλη βαρύτητα στις αιτίες για την προσφυγή σε πόλεμο. "Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί, πάντων δε βασιλεύς, και τους μεν θεοὺς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελευθέρους."
Ο πόλεμος είναι ο πατέρας όλων, ο βασιλεύς των πάντων, και άλλους τους κατέστησε θεούς και άλλους ανθρώπους, άλλους τους έκανε δούλους και άλλους ελεύθερους. (Ηράκλειτος Fragmenta, απόφθεγμα 53, H. Diels and W. Kranz, «Die Fragmente der Vorsokratiker», vol. 1, 6th edn.,Berlin: Weidmann, 1951: 150-182). (1) Στα πλαίσια της αιώνιας σύγκρουσης των δύο παγκόσμιων πολιτισμών του Αριστόκλειου και του Διονυσιακού, παρά τα θαύματα, τις διδασκαλίες και την Ανάσταση του Χριστού, η ιστορία της ανθρωπότητας είναι κατά κύριο λόγο στρατιωτική, γραμμένη με αίμα και φρικτά μαρτύρια-καταστροφές. Διαχρονικά το μέλλον της ανθρωπότητας καθορίζεται από τα μεγάλα πολεμικά γεγονότα.
Τα υπόλοιπα γεγονότα έχουν δευτερεύουσες συνέπειες, σε σχέση με όσα διαδραματίζονται στα πεδία των μαχών. Πατήρ πάντων ο πόλεμος, όπως δίδαξε ο Μέγας προσωκρατικός Φιλόσοφος Ηράκλειτος. Μερικούς αιώνες αργότερα ο υποστράτηγος των ΗΠΑ Smedley Butler στις αρχές του προηγούμενου αιώνα έγραψε ότι ο πόλεμος είναι μια απάτη. Σύμφωνα με τον Αμερικανό υποστράτηγο Butler στους πολέμους μόνο μια μικρή ομάδα μυημένων είναι ενημερωμένοι για την πραγματικότητα.
Οι πόλεμοι είναι μια πραγματική απάτη που οργανώνεται προς όφελος ενός μικρού αριθμού ατόμων που ελέγχουν την εξουσία. Όλοι αυτοί οι πόλεμοι πραγματοποιούνται σε βάρος των λαών και παράλληλα δίνουν το δικαίωμα σε έναν μικρό αριθμό να αυξήσει την περιουσία του.
Διαχρονικά οι θρησκευτικές-πολεμικές συρράξεις υπήρξαν αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης κοινωνίας και στο όνομα των θεών σφαγιάστηκαν, βασανίστηκαν και μετανάστευσαν εκατομμύρια άνθρωποι. Η επίκληση λόγων για τις άγριες εμφύλιες πολεμικές συρράξεις στην αρχαία Ελλάδα, είναι εφικτό να διαπιστωθούν με βάση τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και τους κίβδηλους χρησμούς τους οποίους έδινε το Φοινικικό μαντείο των Δελφών.
Ο Θουκυδίδης αφιέρωσε ένα σημαντικό μέρος της ιστορίας του, στις αιτίες του εμφυλίου ανάμεσα στην Αθήνα και την Σπάρτη. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος ήταν ο τρομερότερος εμφύλιος της αρχαίας Ελλάδος, ευθύνεται σε σημαντικό βαθμό για την παρακμή στην αρχαία εποχή, είχε και αυτός όπως όλοι οι εμφύλιοι θρησκευτικά κίνητρα.
Πίσω από αυτή την τρομερή γενοκτονία βρισκόταν για πολλοστή φορά το Δελφικό μαντείο και με τις Φοινικικής καταγωγής Πυθίες παρακινούσε τους Σπαρτιάτες και τους Αθηναίους σε φονικότατες συγκρούσεις και απίστευτες θηριωδίες, μέσα από τους εκατέρωθεν κίβδηλους χρησμούς τους οποίους έδινε σκόπιμα (Θουκιδiδης Ιστορία. Α-4).
Οι σκοτεινοί παράγοντες της αρχαίας θρησκείας υποκίνησαν τον Πελοποννησιακό πόλεμο για να τιμωρήσουν-πλήξουν και να απομακρύνουν από την εξουσία της Αθηναϊκής πολιτείας τον Περικλή και τους σοφούς φίλους του Αναξαγόρα, Ιπποκράτη, Ηρόδοτο, Φειδία οι οποίοι αμφισβητούσαν την ύπαρξη των Ολύμπιων Θεών και με τις διδασκαλίες τους αποδομούσαν την ξενόφερτη θρησκεία από την Αίγυπτο.
Ενδεικτικά αναφέρει ο Ευριπίδης : " Αν οι θεοί κάνουν αισχρές πράξεις δεν είναι θεοί¨ (Martin Nilson, "Η ιστορία της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας", σελίδα 287). Είναι γνωστό σε όλους ότι οι Ολύμπιοι δαίμονες διακατεχόταν από τις πιο ανώμαλες και παρά φύσιν σεξουαλικές επιθυμίες.
Η Επιρροή του Αναξαγόρα, του Ιπποκράτη και των άλλων σοφών-φίλων του Περικλή στους Αθηναίους πολίτες ήταν πολύ μεγάλη και η Ολύμπια θρησκεία κινδύνευε με κατάρρευση. Για αυτό οι σατανικοί ιερείς υποκίνησαν τον Πελοποννησιακό πόλεμο, με στόχο την ανατροπή του Περικλή, την απομάκρυνση των "άθεων" φίλων του και τον περιορισμό της Ελληνικής φιλοσοφίας που άνθιζε στην Αθήνα.
Στον αντίποδα στην Σπάρτη εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τόσο υψηλό φιλοσοφικό επίπεδο. Οι Μεσσηνιακοί πόλεμοι που κατέστρεψαν την Πελοπόννησο, είχαν θρησκευτικό-πνευματικό κίνητρο. Εκεί έγιναν τρομερές ανθρωποθυσίες, όπως στα εκατομφόνια, από τους Σπαρτιάτες και τους Μεσσήνιους. Ακόμη γινόταν αμέτρητες θυσίες αιχμαλώτων στον Δία. Όμως μετά από τριακόσια χρόνια αγρίων πολέμων, απίστευτης γενοκτονίας, οι Σπαρτιάτες επικράτησαν και έκαναν τους Μεσσήνιους είλωτες. Το 660 π.Χ. οι Κορίνθιοι με αρχηγό τον τύραννο Κύψελο, έσφαξαν τους Κερκυραίους.
Το απόγειον του ανθελληνισμού και του εωσφορισμού, ήταν η αποστολή 300 αιχμαλώτων αγοριών, στις Σάρδεις για να ευνουχιστούν προς τιμήν της Κυβέλης !!! Ο Σπαρτιάτης Κλεομένης το 505 π.Χ. σε μια από τις εκστρατείες του εναντίον των Αργείων, ανάγκασε τον άμαχο πληθυσμό, να καταφύγει στο "ιερό" άλσος. Στην συνέχεια έβαλε φωτιά και έκαψε πέντε χιλιάδες άμαχους. Απανθρακώθηκε-αφανίστηκε το άνθος των νέων του Άργους. Η ιδιότητά τους ως ικέτες των κοινών «θεών», δεν έπαιξε κανέναν απολύτως ρόλο.
Μια ακόμη γενοκτονία προκάλεσαν οι τέσσερις φοβεροί ιεροί πόλεμοι, (595-332 π. Χ.), οι οποίοι για τριακόσια περίπου χρόνια αποδεκάτισαν την Ελλάδα. Ονομάστηκαν ιεροί, διότι έγιναν με υποδείξεις του μαντείου των Δελφών (Θουκυδίδης, Ιστορία Α΄3).
Οι πόλεμοι έγιναν για να έχει την πολιτική-στρατιωτική και την οικονομική ηγεμονία όλων των Ελλήνων. Υπεύθυνοι για μια ακόμη φορά τα αδίστακτα Δελφικά Ιερατεία. Ενδεικτικό της τρομερής γενοκτονίας, ήταν ότι το 219 π. Χ., ο επικεφαλής της Αιτωλικής Συμπολιτείας, ο στρατηγός Σκόπας κυριεύει το Δίον, την ιερή πόλη των Μακεδόνων και καταστρέφει τα πάντα. Γκρεμίζει όλα τα κτίσματα, και στην συνέχεια, πυρπολεί ακόμη και τους χώρους λατρείας.
Οι ίδιες βαρβαρότητες έγιναν και στο ιερό της Δωδώνης, από τον στρατηγό των Αιτωλών Δωρίμαχο. Στην συνέχεια, ο Φίλιππος με τους Μακεδόνες, πέρασαν σε αντίποινα, «πυρπόλησαν και κατεδάφισαν τα ιερά και ανέτρεψαν η κατέστρεψαν 2.000 ανδριάντες». Όμως δεν περιορίστηκαν στην Αιτωλία, αλλά εισέβαλαν και στην Αττική, το 200 π. Χ., όπως εξιστορεί ο Λίβιος, όπου ισοπέδωσαν, και τα μνημεία και ανέσκαψαν τους τάφους, διασκορπίζοντας τα οστά των νεκρών !!!
Η Μήλος ήταν αποικία των Λακεδαιμονίων και στην αρχή του πολέμου κράτησε ουδετερότητα Ανάμεσα στην Αθήνα και την Σπάρτη. Εν τούτοις οι Αθηναίοι δεν αναγνώριζαν την ανεξαρτησία του νησιού. Αυτό ήταν κάτι υποτιμητικό για την Αθηναϊκή συμμαχία και δημιουργούσε αρνητική εικόνα για την δύναμη των Αθηναίων, στις άλλες πόλεις-κράτη. Η αυτοδιάθεση των Μήλιων θα δημιουργούσε τριγμούς και ρωγμές στην εξουσία των Αθηνών.
Οι απεσταλμένοι της Αθήνας στην Μήλο διαπραγματεύτηκαν σε κλειστό κύκλο με τους ηγέτες του νησιού. Οι Αθηναίοι με ηγεμονικό ύφος τονίζουν ότι στα πλαίσια του πολιτισμού και της Δημοκρατίας, οι Μήλιοι έχουν το δικαίωμα να διαφωνήσουν. Τότε οι άρχοντες της Μήλου απάντησαν ότι οι Αθηναϊκές δυνάμεις που απειλούν το νησί καταργούν κάθε δημοκρατική έννοια διαλόγου, διότι είναι υπό την απειλή των όπλων. Με την στρατιωτική ισχύ επιβάλουν οι Αθηναίοι τους όρους των διαπραγματεύσεων. Δεν υπάρχει καμία άλλη επιλογή για την Μήλο, εκτός από την υποταγή στην Αθήνα.
Στο επιχείρημα των Μήλιων ότι θα φαίνονταν άνανδροι αν παραδοθούν χωρίς να πολεμήσουν, οι επιικεφαλείς των Αθηναίων απάντησαν ότι αν πάρετε συνετές αποφάσεις δεν θεωρείστε ριψάσπιιδες. Γιατί δεν αγωνίζεστε ενάντιά με ίσουςόρους, διότι αντιμετωπίζετε μια ανώτερη στρατιωτικά δύναμη. Η λογική και το μέτρον Άριστον επιβάλλει την αποφυγή της καταστροφής. Σύμφωνα με τους Αθηναίους η γενναιότητα δεν είναι συνετή. Το παράτολμο συνδέεται με το συναίσθημα.
Η λογική συνδέεται με την ψυχρότητα. Αν οι κάτοικοι της Μήλου αποδεχτούν την υποταγή και πληρώνουν το φόρο υποτέλειας που ζητούν οι Αθηναίοι, θα μετατραπούν σε θλιβερά ανδράποδα χωρίς ελευθερία-αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη και καλές συνθήκες διαβίωσης. Όμως οι κάτοικοι της Μήλου επέλεξαν τον πόλεμο, γιατί οι Αθηναίοι δεν τους άφησαν κανένα περιθώριο.
Γιατί επιχείρησαν να τους ισοπεδώσουν. Διαχρονικά υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν επιθυμούν να ζούνε, αν στερηθούν την ελευθερία και την αξιοπρέπειά τους. Κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών υπήρξαν προδότες ανάμεσα στους Μήλιους, για αυτό εξαναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν με τους Αθηναίους. Ο μοναδικός όρος που ζήτησαν οι νησιώτες ήταν να αποφασίζουν εκείνοι για τις ζωές τους. Όμως οι κατακτητές Αθηναίοι σκότωσαν όσους ενήλικους Μήλιους έπιασαν και έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Εγκαταστάθηκαν στο νησί και αργότερα, έφεραν πεντακοσίους αποίκους.
Ο Θουκυδίδης στον περίφημο διάλογό του με τους ΜήλIους αφηγείται τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Αθήνας και Μήλου. Εφόσον η Αθήνα είναι η πιο δυνατή, η Μήλος υποχρεούται να υποκύψει για να αποφύγει τα χειρότερα. Η δύναμη της πειθούς και το στρατιωτικό οπλοστάσιο έπεισαν μερικούς Μήλιους ότι ήταν καλύτερο να συνεννοηθούν με τον επιτιθέμενο και να προδώσουν, με στόχο να διαπραγματευτούν μια θέση στη νικήτρια πλευρά.
Το να κερδίζεις χωρίς να πολεμάς αποτελεί πάγια τακτική στα πλαίσια του υβριδικού και συμβατικού πολέμου. Η δημιουργία πανικού στον αντίπαλο με στόχο την αποτροπή οποιαδήποτε αντιστάσεως καθώς ο τρομοκρατημένος αντίπαλος είναι πεπεισμένος ότι είναι καλύτερα να υποταχτεί.
Αυτό που δείχνουν τα έργα του Θουκυδίδη και του Ξενοφώντα, είναι ότι η δύναμη και η πολιτιστική ανωτερότητα αποτελούν τα κυρίαρχα στοιχεία στις πολεμικές αναμετρήσεις, στην πολιτική, την οικονομία, τον αθλητισμό και την κοινωνία.
Στον Πελοποννησιακό πόλεμο δεν επεμβαίνουν οι θεοί, αλλά πρωταγωνιστούν οι Περικλής, Θουκυδίδης, Αλκιβιάδης, Νικίας για τους Αθηναίους. Βρασίδας, Λύσανδρος για τους Σπαρτιάτες. Από αυτούς τους άνδρες εξαρτάται η νίκη. Από την παιδεία, τις ικανότητες και την ανδρεία τους
Ό ενάρετος άνθρωπος είναι δυνατός και είναι σε θέση να αντιστέκεται στους πειρασμούς, στις αδυναμίες, στους θρήνους και δεν αφήνει τον εαυτό του να εκτραπεί από το δρόμο του. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Δέκα Χιλιάδων,οι Έλληνες ηγέτες συνελήφθησαν και σκοτώθηκαν από τους Πέρσες, ο Ξενοφών βρίσκεται μόνος και αναγκασμένος να οδηγήσει τους επιζώντες έξω από αυτή την Περσία.
Ο ηγέτης στρατιωτικός-πολιτικός πρέπει να είναι πρώτα από όλα ένας ισχυρός άνδρας, και ένας ενάρετος άνθρωπος. Η αδυναμία και η διονυσιακή κουλτούρα. δημιουργούν παρακμιακές καταστάσεις και ανθρώπους αδύναμους να αντισταθούν. Δύναμη δεν είναι μόνον η γενναιότητα στα πεδία των μαχών
Ο δυνατός ηγέτης ξέρει να προστατεύει τους άνδρες του, να τους ξεκουράζει και να συμμερίζεται τις κακουχίες τους. Επίσης ο σωστός ηγέτης συζητά με τους στρατιώτες του, για τα προβλήματα που τους απασχολούν και ότι άλλο τους επιβαρύνει. Πρώτος διδάξας περί πολιτείας-πολιτικών ήταν ο ύπατος των Φιλοσόφων ο Μέγας Αριστοκλής.
Από κάθε πόλεμο οι αλλοδαπό ιερείς των Δελφών απαιτούσαν ως θέληση του Ιουδαίου Απόλλωνα και του Φρυγικού Διόνυσου-Savaziou την δεκάτη από τα αιματοβαμμένα λάφυρα. Χαρακτηριστικό ήταν ότι είχαν την αναίδεια και την ανεντιμότητα να ζητούν από τις πόλεις ποσοστά ακόμη και από τους Περσικούς πολέμους, κατά τους οποίους το Δελφικό ιερό, ήταν με την πλευρά των ηττημένων και ομόθρησκων Περσών, καθώς έδινε αποτρεπτικούς χρησμούς, για να μην πολεμήσουν οι Έλληνες. Επίσης οι Φοίνικες ιερείς έδιναν χρησμούς παγίδες και υποδαύλιζαν τα μίση μεταξύ των αρχαίων πόλεων.
Οι Έλληνες που επισκεπτόταν το Φοινικικό μαντείο, έβλεπαν κάθε φορά τα αιματοβαμμένα λάφυρα των εμφυλίων πολέμων. Το αποτέλεσμα ήταν φρικτό-οδυνηρό και δυσβάσταχτο, καθώς ενθυμούμενοι τι έγινε στο πρόσφατο παρελθόν, οδηγήθηκαν σε νέους εμφύλιες διαμάχες. Αρκετούς χρησμούς για τους Ελληνικούς εμφυλίους πολέμους τους είχε δώσει ο Φρυγικός "θεός" Savazios μαζί με τον Ιουδαϊκής καταγωγής Απόλλων.
Την εποχή των Περσικών πολέμων το μαντείο των Δελφών ήταν μονίμως με το μέρος των Περσών, και καλούσαν τους Έλληνες, μέσω ψευδοχρησμών να μην πολεμήσουν. Η Ελλάδα ήταν το κέντρο του πολιτισμού, εντούτοις όλοι οι σημαντικοί αρχαίοι Φιλόσοφοι διώχθηκαν, φονεύθηκαν και δημεύτηκαν οι περιουσίες τους.
Σε κάθε πόλεμο που γινόταν με τους Πέρσες, οι Φοίνικες ιερείς έδιναν αποτρεπτικούς χρησμούς στους Έλληνες να μην πολεμήσουν, διότι οι Μηδοι ήταν ομόθρησκοι τους. Ενδεικτικός είναι ο χρησμός της Αριστονίκης η οποία προδοτικά είπε στους Έλληνες : “Τι κάθεσθε ταλαίπωροι, φύγετε στα πέρατα της γης, εγκαταλείψτε τις οικίες σας και την ακρόπολη σας.
Ο ερχόμενος από την Ασία Άρης θα καταστρέψει τα πάντα, και όχι μόνον τα δικά σας τείχη, αλλά και τα τείχη των άλλων πόλεων θα απολεσθούν. Φύγετε λοιπόν από το οχυρό σας, έστω και αν αυτό γεμίζει θλίψη τις ψυχές σας. ” (Κ. Παπαρηγόπουλου Ιστορια Γ΄, σελίδα 94 και Ηρόδοτος-VII,140). Τους ίδιους χρησμούς έδωσε η Αριστονίκη και σε άλλες πόλεις όπως στους Αργείους και στους Κρήτες. Σε όλες αυτές τις πόλεις η Αριστονίκη είπε να τηρήσουν ουδετερότητα απέναντι στον πόλεμο Περσών–Ελλήνων και να υποταχθούν στους σατανιστές, βάρβαρους Ασιάτες εισβολείς (Ηρόδοτος .VII,148-169). Όταν οι Έλληνες αρχηγοί δεν δεχόταν αυτούς τους χρησμούς, γιατί ήθελαν να πολεμήσουν, τότε έδιναν νέους χρησμούς παγίδες.
Στις Πλαταιές οι θρησκευτικοί παράγοντες των Δελφών απαγόρευαν μέσω των χρησμών στους Έλληνες να πολεμήσουν. Ούτε να αμυνθούν δεν τους επέτρεπαν για να μην προσβληθεί ο δαίμονας Απόλλων. Είχαν περάσει πλέον αρκετές ημέρες όπου οι Έλληνες παρέμειναν παθητικοί-θεατές στον ίδιο τους τον θάνατο.
Οι Έλληνες στρατιώτες τραυματιζόταν από τους Πέρσες χωρίς να έχουν το δικαίωμα να αμυνθούν, ενώ ταυτόχρονα εξαιτίας της παρατεταμένης απραξίας τελείωναν τα τρόφιμα και το νερό. Εκείνη ακριβώς την χρονική στιγμή έρχεται το τελειωτικό χτύπημα στους Έλληνες με έναν ακόμη “χρησμό” από την σφηκοφωλιά των Δελφών. Ο νέος κίβδηλος χρησμός έλεγε ότι εάν θέλουν οι Αθηναίοι να νικήσουν τους Πέρσες, θα πρέπει να εγκαταλείψουν της Πλαταιές και να πολεμήσουν στην Αττική, διότι εκεί υπάρχει ναός της Ίσιδας-Δήμητρας της εωσφορικής θεάς από την Αίγυπτο.
Ο Έλληνας στρατηγός Παυσανίας με το επιτελείο του είδε τον θανάσιμο κίνδυνο και την ολοκληρωτική καταστροφή. Για αυτό σκέφτηκε όπως ο Παυσανίας και σε συνεννόηση με το επιτελείο του, έβαλαν τους Πλαταιείς να παραχωρήσουν τα εδάφη τους, στους Αθηναίους, ώστε να πολεμήσουν σε δικό τους έδαφος, με βάση τον ψευδοχρησμό. Το άριστο αυτό Ελληνικό σχέδιο ευνοούσε και το γεγονός ότι υπήρχε στις Πλαταιές, δαιμονικός ναός της Αιγύπτιας Ίσιδας-Δήμητρας, για αυτό θα ήταν σε θέση να κάμψουν αντιρρήσεις των Αθηναίων. Μετά από αυτό το πολύ ευφυέστατο τρόπο δεν χρειάστηκε να φύγουν καθόλου οι Αθηναίοι, διότι ήταν πλέον Αθηναϊκό έδαφος οι Πλαταιές, υπό την Αθηναϊκή εξουσία.
Όμως για να είναι απολύτως σίγουρος ο Μέγας Παυσανίας και το επιτελείο του, έβαλαν τον στρατηγό Αρίμνηστο να πει στους Αθηναίους ότι είχε δεί “όνειρο”. Στο “όνειρο” εκείνο τον διέταζε ο αρχηγός των των θεών ο Δίας, να “μεταφέρει” στους Αθηναίους την εντολή του, να πολεμήσουν στις Πλαταιές, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες. Οι αφελείς Αθηναίοι μετά από όλα όσα τους είπε, ο στρατηγός Αρίμνηστος, ήταν πλέον πεποισμένοι ότι έπρεπε να πολεμήσουν στις Πλαταιές, διότι αυτή ήταν η “εντολή” του Δια. Για αυτό οι Αθηναίοι έκαναν αμέσως ολόκληρο το Αιγυπτιακό τελετουργικό προς τιμήν της Δήμητρας.
Με αυτόν τον τρόπο απέφυγαν οι πολυμήχανοι Έλληνες την θανάσιμη Φοινικική παγίδα από τους Δελφούς. Με αυτόν τον τρόπο έμειναν οι Αθηναίοι στις Πλαταιές, και όλοι μαζί οι Έλληνες πολέμησαν ενάντια στους Πέρσες με αποτέλεσμα μια ακόμη νίκη, η οποία τους εξασφάλιζε πλέον την πολυπόθητη ελευθερία.
Μετά το τέλος της μάχης των Πλαταιών ο στρατηγός Παυσανίας, κατευθύνθηκε στην Φοινικική-Ιουδαϊκή Θήβα. Ο Έλληνας στρατηγός Παυσανίας απαίτησε να του παραδώσουν τους προδότες, οι οποίοι ήταν αρχηγοί των Φοινίκων της Θήβας και πολέμησαν με τους ομόθρησκους τους Πέρσες, ενάντια στους Έλληνες. Οι αρχηγοί των Φοινίκων ήταν ο Τιμηγενίδης και ο Ατταγίνης.
Όμως οι υπόλοιποι Φοίνικες της Θήβας αρνήθηκαν στον Παυσανία, την παράδοση των ομοεθνών τους. Μάλιστα οι δολοπλόκοι Φοίνικες χρησιμοποίησαν και την προσφιλή τους διαχρονική τακτική, σε μια απέλπιδα προσπάθεια τους να αποφύγουν την παράδοση των αρχηγών τους. Για αυτό πρότειναν στον Σπαρτιάτη Παυσανία, ένα πολύ υψηλό χρηματικό ποσό, με σκοπό να τον εξαγοράσουν, ώστε να μην εκτελέσει τους προδότες.
Όπως ήταν φυσικό ο στρατηγός Παυσανίας διότι ήταν γνήσιος Έλληνας αρνήθηκε την πρόταση των Φοινίκων-Σημιτών για δωροδοκία. Τότε αναγκάστηκαν να παραδώσουν στον Ήρωα Σπαρτιάτη Στρατηγό, τους Σημίτες αρχηγούς. Ένας εκ των αρχηγών ο Ατταγίνης ο οποίος πολέμησε μαζί με τους Πέρσες ενάντια στους Έλληνες, επέτυχε να διαφύγει κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων του Παυσανία με τους Φοίνικες-παγανιστές της Θήβας. Ο Έλληνας Παυσανίας οδήγησε τους προδότες Φοίνικες παγανιστές στην Κόρινθο, όπου τους εκτέλεσε για εσχάτη Προδοσία.
Αυτός ήταν ένας ακόμη πολύ σοβαρός λόγος για τον οποίο τον είχαν κατηγορήσει άνανδρα-προδοτικά και θανατώθηκε, ως κοινός εγκληματίας, ο Παυσανίας από το Φοινικικό ιερατείο.
Εάν ο Ήρωας-Σπαρτιάτης Στρατηγός Παυσανίας ήταν προδότης-Ιουδαίος και χρηματιζόταν όπως ισχυρίζονται οι μέτοχοι της Διονυσιακής κουλτούρας με κίβδηλες ιστορικές εργασίες, τότε θα αποδεχόταν την πρόταση να πάρει το υψηλό χρηματικό ποσό που πρότειναν οι Σημίτες της Θήβας, ώστε να μην εκτελέσει τους προδότες αρχηγούς τους. Επίσης εάν οι αρχαίοι Σπαρτιάτες και o Παυσανίας ήταν "Ιουδαίοι" θα πολεμούσαν στο πλευρό των Περσών και των Σημιτών της Θήβας στην μάχη των Πλαταιών.
Ο μεγάλος Παυσανίας σε σχέση με τους άλλους δύο Έλληνες αρχηγούς των Περσικών πολέμων, είχε κάνει ένα ακόμη μεγάλο επίτευγμα. Αυτό ήταν η θανάτωση των αρχηγών της Θήβας οι οποίοι πολέμησαν μαζί με τους υπόλοιπους Φοίνικες της Θήβας ενάντια στους Έλληνες κατά την μάχη των Πλαταιών.
Ακόμη ο Εθνικός Ήρωας Λεωνίδας και οι 300 Σπαρτιάτες δεν θα έπεφταν στις Θερμοπύλες και οι Δωριείς Σπαρτιάτες-Λάκωνες δεν θα είχαν εκδιωχθεί από την Πελοπόννησο, δεν θα συμμετείχαν στην κάθοδο των Δωριέων, και δεν θα έπαιρναν στον Τρωικό πόλεμο εάν ήταν Ιουδαϊκής καταγωγής. Συνεπώς οι αρχαίοι Σπαρτιάτες δεν ήταν Ιουδαϊκής καταγωγής όπως ψευδώς αναφέρεται σε διάφορα ιστορικά άρθρα και εργασίες.
Εάν ήταν Ιουδαίοι οι Σπαρτιάτες δεν θα κατευθυνόταν ο Στρατηγός Παυσανίας στην Φοινικική Θήβα απαιτώντας την παράδοση των Ιουδαίων αρχηγών του Φοινικικού στρατεύματος που πολέμησε δίπλα στους Πέρσες.
Οι Ιουδαίοι της Θήβας και γενικότερα οι Ιουδαίοι έχουν πολλούς αιώνες παράδοση στα πεδία των μαχών ενάντια στους Έλληνες. Επίσης στο πλευρό των Περσών και ενάντια στον Ηράκλειο και τον Ελληνικό-Ρωμαϊκό στρατό πολέμησαν Ιουδαίοι και Γερμανοί (Φράγκοι). Οι Ιουδαίοι συνέχισαν την παράδοση του μεγάλου προγόνου τους, του Φοίνικα Κάδμου και των Φοινίκων της Θήβας.
Παρά το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος ισοπέδωσε την Ιουδαϊκή-Φοινικική Θήβα της Ελλάδας, οι Ιουδαίοι δεν αντέδρασαν. Προφανώς αυτό έγινε προς τιμήν της μεγάλης Μάγισσας-Θεουργού των Διονυσιακών-Καβειρίων μυστηρίων της Ολυμπιάδας. Οι Ιουδαίοι πολέμησαν ενάντια στον Χριστιανό αυτοκράτορα Ηράκλειο και δεν πολέμησαν ενάντια στον μέτοχο του Διονυσιακού πολιτισμού Αλέξανδρο !!!
1] Πλούταρχος τῇ γυναικὶ εὖ πράττειν.608B Ὃν ἔπεμψας ἀπαγγελοῦντα περὶ τῆς τοῦ παιδίου τελευτῆς, ἔοικε διημαρτηκέναι καθ’ ὁδὸν εἰς Ἀθήνας πορευόμενος· ἐγὼ δ’ εἰς Τάναγραν ἐλθὼν ἐπυθόμην παρὰ τῆς θυγατριδῆς. τὰ μὲν οὖν περὶ τὴν ταφὴν ἤδη νομίζω γεγονέναι, γεγονότα δ’ ἐχέτω ὥς σοι μέλλει καὶ νῦν ἀλυπότατα καὶ πρὸς τὸ λοιπὸν ἕξειν. εἰ δέ τι βουλομένη μὴ πεποίηκας ἀλλὰ μένεις τὴν ἐμὴν γνώμην, οἴει δὲ κουφότερον οἴσειν γενομένου, καὶ τοῦτ’ ἔσται δίχα πάσης περιεργίας καὶ δεισιδαιμονίας, ὧν ἥκιστά σοι μέτεστι.
608C [2] Μόνον, ὦ γύναι, τήρει κἀμὲ τῷ πάθει καὶ σεαυτὴν ἐπὶ τοῦ καθεστῶτος. ἐγὼ γὰρ αὐτὸς μὲν οἶδα καὶ ὁρίζω τὸ συμβεβηκὸς ἡλίκον ἐστίν· ἂν δέ σε τῷ δυσφορεῖν ὑπερβάλλουσαν εὕρω, τοῦτό μοι μᾶλλον ἐνοχλήσει τοῦ γεγονότος. καίτοι οὐδ’ αὐτός ‘ἀπὸ δρυὸς οὐδ’ ἀπὸ πέτρης’ ἐγενόμην· οἶσθα δὲ καὶ αὐτὴ τοσούτων μοι τέκνων ἀνατροφῆς κοινωνήσασα, πάντων ἐκτεθραμμένων οἴκοι δι’ αὐτῶν ἡμῶν, τοῦτο δέ, ὅτι καὶ σοὶ ποθούσῃ θυγάτηρ μετὰ τέσσαρας υἱοὺς ἐγεννήθη κἀμοὶ τὸ σὸν ὄνομα θέσθαι παρέσχεν ἀφορμήν, [οἶδα] ἀγαπητὸν διαφερόντως γενόμενον. πρόσεστι δὲ καὶ δριμύτης ἰδία τις τῷ πρὸς τὰ τηλικαῦτα φιλοστόργῳ τὸ εὐφραῖνον αὐτῶν καθαρόν τε 608D ὂν ἀτεχνῶς καὶ πάσης ἀμιγὲς ὀργῆς καὶ μέμψεως. αὕτη δὲ καὶ φύσει θαυμαστὴν ἔσχεν εὐκολίαν καὶ πραότητα, καὶ τὸ ἀντιφιλοῦν καὶ χαριζόμενον αὐτῆς ἡδονὴν ἅμα καὶ κατανόησιν τοῦ φιλανθρώπου παρεῖχεν· οὐ γὰρ μόνον βρέφεσιν ἄλλοις ἀλλὰ καὶ σκεύεσιν, οἷς ἐτέρπετο, καὶ παιγνίοις ἐκέλευε τὴν τίτθην διδόναι καὶ προσφέρειν τὸν μαστὸν καὶ προσεκαλεῖτο καθάπερ πρὸς τράπεζαν ἰδίαν ὑπὸ φιλανθρωπίας, μεταδιδοῦσα τῶν καλῶν ὧν εἶχε καὶ τὰ ἥδιστα κοινουμένη τοῖς εὐφραίνουσιν αὐτήν.
3] Ἀλλ’ οὐχ ὁρῶ, γύναι, διὰ τί ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα ζώσης μὲν ἔτερπεν ἡμᾶς νυνὶ δ’ ἀνιάσει καὶ συνταράξει λαμβάνοντας ἐπίνοιαν αὐτῶν. ἀλλὰ καὶ δέδια πάλιν, 608E μὴ συνεκβάλωμεν τῷ λυποῦντι τὴν μνήμην, ὥσπερ ἡ Κλυμένη λέγουσα
"μισῶ δ’ ἀγκύλον τόξον κρανείας, γυμνάσιά δ’ οἴχοιατο,"
ἀεί φεύγουσα καὶ τρέμουσα τὴν ὑπόμνησιν τοῦ παιδός, ὅτι συμπαροῦσαν λύπην εἶχε· πᾶν γὰρ ἡ φύσις φεύγει τὸ δυσχεραινόμενον. δεῖ δέ, ὥσπερ αὐτὴ πάντων ἥδιστον ἡμῖν ἄσπασμα καὶ θέαμα καὶ ἄκουσμα παρεῖχεν ἑαυτήν, 608F οὕτω καὶ τὴν ἐπίνοιαν αὐτῆς ἐνδιαιτᾶσθαι καὶ συμβιοῦν ἡμῖν πλέον ἔχουσαν μᾶλλον δὲ πολλαπλάσιον τὸ εὐφραῖνον ἢ τὸ λυποῦν· εἴπερ ἄρα τι τῶν λόγων, οὓς πολλάκις εἰρήκαμεν πρὸς ἑτέρους, εἰκός ἐστι καὶ ἡμῖν ὄφελος ἐν καιρῷ γενέσθαι, καὶ μὴ καθῆσθαι μηδ’ ἐγκεκλεῖσθαι πολλαπλασίας ταῖς ἡδοναῖς ἐκείναις λύπας ἀνταποδιδόντας.
[4] Καὶ τοῦτο λέγουσιν οἱ παραγενόμενοι καὶ θαυμάζουσιν, ὡς οὐδ’ ἱμάτιον ἀνείληφας πένθιμον οὐδὲ σαυτῇ τινα προσήγαγες ἢ θεραπαινίσιν ἀμορφίαν καὶ αἰκίαν, οὐδ’ ἦν παρασκευὴ πολυτελείας πανηγυρικῆς περὶ τὴν ταφήν, ἀλλ’ ἐπράττετο κοσμίως πάντα καὶ σιωπῇ μετὰ τῶν ἀναγκαίων. 609A ἐγὼ δὲ τοῦτο μὲν οὐκ ἐθαύμαζον, εἰ μηδέποτε καλλωπισαμένη περὶ θέατρον ἢ πομπὴν ἀλλὰ καὶ πρὸς ἡδονὰς ἄχρηστον ἡγησαμένη τὴν πολυτέλειαν ἐν τοῖς σκυθρωποῖς διεφύλαξας τὸ ἀφελὲς καὶ λιτόν· οὐ γάρ ‘ἐν βακχεύμασι ’ δεῖ μόνον τὴν σώφρονα μένειν ἀδιάφθορον, ἀλλὰ μηδὲν ἧττον οἴεσθαι τὸν ἐν πένθεσι σάλον καὶ τὸ κίνημα τοῦ πάθους ἐγκρατείας δεῖσθαι διαμαχομένης οὐ πρὸς τὸ φιλόστοργον, ὡς οἱ πολλοὶ νομίζουσιν, ἀλλὰ πρὸς τὸ ἀκόλαστον τῆς ψυχῆς. 609B τῷ μὲν γὰρ φιλοστόργῳ χαριζόμεθα τὸ ποθεῖν καὶ τὸ τιμᾶν καὶ τὸ μεμνῆσθαι τῶν ἀπογενομένων, ἡ δὲ θρήνων ἄπληστος ἐπιθυμία καὶ πρὸς ὀλοφύρσεις ἐξάγουσα καὶ κοπετοὺς αἰσχρὰ μὲν οὐχ ἧττον τῆς περὶ τὰς ἡδονὰς ἀκρασίας, λόγῳ δὲ συγγνώμης ἔτυχεν, ὅτι τὸ λυπηρὸν αὐτῆς καὶ πικρὸν ἀντὶ τοῦ τερπνοῦ τῷ αἰσχρῷ πρόσεστι. τί γὰρ ἀλογώτερον ἢ τὸ γέλωτος μὲν ὑπερβολὰς καὶ περιχαρείας ἀφαιρεῖν, τοῖς δὲ κλαυθμῶν καὶ ὀδυρμῶν ῥεύμασιν ἐκ μιᾶς πηγῆς φερομένων εἰς ἅπαν ἐφιέναι; καὶ περὶ μύρου μὲν ἐνίους καὶ πορφύρας διαμάχεσθαι ταῖς γυναιξί, κουρὰς δὲ συγχωρεῖν πενθίμους καὶ βαφὰς ἐσθῆτος μελαίνας καὶ καθίσεις ἀμόρφους καὶ κατακλίσεις ἐπιπόνους; 609C καί, ὃ δὴ πάντων ἐστὶ χαλεπώτατον, ἂν οἰκέτας ἢ θεραπαινίδας κολάζωσιν ἀμέτρως καὶ ἀδίκως, ἐνίστασθαι καὶ κωλύειν αὐτάς, ὑφ’ ἑαυτῶν δ’ ὠμῶς κολαζομένας καὶ πικρῶς περιορᾶν ἐν πάθεσι καὶ τύχαις ῥᾳστώνης καὶ φιλανθρωπίας δεομέναις;
[5] Ἀλλὰ ἡμῖν γε, γύναι, πρὸς ἀλλήλους οὔτ’ ἐκείνης ἐδέησε τῆς μάχης οὔτε ταύτης οἶμαι δεήσειν. εὐτελείᾳ μὲν γὰρ τῇ περὶ τὸ σῶμα καὶ ἀθρυψίᾳ τῇ περὶ δίαιταν οὐδείς ἐστι τῶν φιλοσόφων, ὃν οὐκ ἐξέπληξας ἐν ὁμιλίᾳ καὶ συνηθείᾳ γενόμενον ἡμῖν, οὐδὲ τῶν πολιτῶν, ᾧ μὴ θέαμα παρέχεις ἐν ἱεροῖς καὶ θυσίαις καὶ θεάτροις τὴν σεαυτῆς ἀφέλειαν. 609D ἤδη δὲ καὶ περὶ τὰ τοιαῦτα πολλὴν εὐστάθειαν ἐπεδείξω τὸ πρεσβύτατον τῶν τέκνων ἀποβαλοῦσα καὶ πάλιν ἐκείνου τοῦ καλοῦ Χαίρωνος ἡμᾶς προλιπόντος. μέμνημαι γὰρ ἀπὸ θαλάσσης ξένους μοι συνοδεύσαντας ἀπηγγελμένης τῆς τοῦ παιδίου τελευτῆς καὶ συνελθόντας ἅμα τοῖς ἄλλοις ἐς τὴν οἰκίαν· ἐπεὶ δὲ πολλὴν κατάστασιν ἑώρων καὶ ἡσυχίαν, ὡς ὕστερον διηγοῦντο καὶ πρὸς ἑτέρους, ᾤοντο μηδὲν εἶναι δεινὸν ἀλλὰ κενὸν ἄλλως ἐξενηνέχθαι λόγον· 609E οὕτω σωφρόνως κατεκόσμησας τὸν οἶκον ἐν καιρῷ πολλὴν ἀκοσμίας ἐξουσίαν διδόντι, καίτοι τῷ σεαυτῆς ἐκεῖνον ἐξέθρεψας μαστῷ καὶ τομῆς ἠνέσχου τῆς θηλῆς περίθλασιν λαβούσης· γενναῖα [γὰρ] ταῦτα καὶ φιλόστοργα.
[6] Τὰς δὲ πολλὰς ὁρῶμεν μητέρας, ὅταν ὑπ’ ἄλλων τὰ παιδία καθαρθῇ καὶ γανωθῇ, καθάπερ παίγνια λαμβανούσας εἰς χεῖρας, εἶτ’ ἀποθανόντων ἐκχεομένας εἰς κενὸν καὶ ἀχάριστον πένθος, οὐχ ὑπ’ εὐνοίας (εὐλόγιστον γὰρ εὔνοια καὶ καλόν), ἀλλὰ μικρῷ τῷ φυσικῷ πάθει πολὺ 609F συγκεραννύμενον τὸ πρὸς κενὴν δόξαν ἄγρια ποιεῖ καὶ μανικὰ καὶ δυσεξίλαστα <τὰ> πένθη. καὶ τοῦτο φαίνεται μὴ λαθεῖν Αἴσωπον· ἔφη γὰρ οὗτος ὅτι τοῦ Διὸς τὰς τιμὰς διανέμοντος τοῖς θεοῖς ᾔτει καὶ τὸ Πένθος. ἔδωκεν οὖν αὐτῷ, παρὰ τοῖς αἱρουμένοις δὲ μόνοις καὶ θέλουσιν. ἐν ἀρχῇ μὲν οὖν οὕτω τοῦτο γινόμενόν ἐστιν· αὐτὸς γὰρ ἕκαστος εἰσάγει τὸ πένθος ἐφ’ ἑαυτόν. ὅταν δ’ ἱδρυθῇ χρόνῳ καὶ γένηται σύντροφον καὶ σύνοικον, οὐδὲ πάνυ βουλομένων ἀπαλλάττεται. διὸ δεῖ μάχεσθαι περὶ θύρας αὐτῷ καὶ μὴ προίεσθαι φρουρὰν δι’ ἐσθῆτος ἢ κουρᾶς ἤ τινος ἄλλου τῶν τοιούτων, 610A ἃ καθ’ ἡμέραν ἀπαντῶντα καὶ δυσωποῦντα μικρὰν καὶ στενὴν καὶ ἀνέξοδον καὶ ἀμείλικτον καὶ ψοφοδεῆ ποιεῖ τὴν διάνοιαν, ὡς οὔτε γέλωτος αὐτῇ μετὸν οὔτε φωτὸς οὔτε φιλανθρώπου τραπέζης τοιαῦτα περικειμένῃ καὶ μεταχειριζομένῃ διὰ τὸ πένθος. ἀμέλειαι δὲ σώματος ἕπονται τῷ κακῷ τούτῳ καὶ διαβολαὶ πρὸς ἄλειμμα καὶ λουτρὸν καὶ τὴν ἄλλην δίαιταν· ὧν πᾶν τοὐναντίον ἔδει τὴν ψυχὴν πονοῦσαν αὐτὴν βοηθεῖσθαι διὰ τοῦ σώματος ἐρρωμένου. 610B πολὺ γὰρ ἀμβλύνεται καὶ χαλᾶται τοῦ λυποῦντος, ὥσπερ [ἐν] εὐδίᾳ κῦμα, τῇ γαλήνῃ τοῦ σώματος διαχεόμενον, ἐὰν δ’ αὐχμὸς ἐγγένηται καὶ τραχύτης ἐκ φαύλης διαίτης καὶ μηδὲν εὐμενὲς μηδὲ χρηστὸν ἀναπέμπῃ τὸ σῶμα τῇ ψυχῇ πλὴν ὀδύνας καὶ λύπας ὥσπερ τινὰς πικρὰς καὶ δυσχερεῖς ἀναθυμιάσεις, οὐδὲ βουλομένοις ἔτι ῥᾳδίως ἀναλαβεῖν ἔστι. τοιαῦτα λαμβάνει πάθη τὴν ψυχὴν οὕτω κακωθεῖσαν.
[7] Καὶ μήν, ὅ γε μέγιστον ἐν τούτῳ καὶ φοβερώτατόν ἐστιν, οὐκ ἂν φοβηθείην ‘κακῶν γυναικῶν εἰσόδους’ καὶ φωνὰς καὶ συνεπιθρηνήσεις, αἷς ἐκτρίβουσι καὶ παραθήγουσι τὴν λύπην, 610C οὔθ’ ὑπ’ ἄλλων οὔτ’ αὐτὴν ἐφ’ ἑαυτῆς ἐῶσαι μαρανθῆναι. γινώσκω γὰρ ποίους ἔναγχος ἀγῶνας ἠγωνίσω τῇ Θέωνος ἀδελφῇ βοηθοῦσα καὶ μαχομένη ταῖς μετ’ ὀλοφυρμῶν καὶ ἀλαλαγμῶν ἔξωθεν ἐπιούσαις, ὥσπερ ἀτεχνῶς πῦρ ἐπὶ πῦρ φερούσαις. τὰς μὲν γὰρ οἰκίας τῶν φίλων ὅταν καιομένας ἴδωσι, σβεννύουσιν ὡς ἔχει τάχους ἕκαστος ἢ δυνάμεως, ταῖς δὲ ψυχαῖς φλεγομέναις αὐτοὶ προσφέρουσιν ὑπεκκαύματα. καὶ τῷ μὲν ὀφθαλμιῶντι τὰς χεῖρας οὐκ ἐῶσι προσάγειν τὸν βουλόμενον οὐδ’ ἅπτονται τοῦ φλεγμαίνοντος, ὁ δὲ πενθῶν κάθηται παντὶ τῷ προστυχόντι 610D παρέχων ὥσπερ ῥεῦμα κινεῖν καὶ διαγριαίνειν τὸ πάθος ἐκ μικροῦ τοῦ γαργαλίζοντος καὶ κινοῦντος εἰς πολλὴν καὶ δυσχερῆ κάκωσιν ἀναξαινόμενον. ταῦτα μὲν οὖν οἶδ’ ὅτι φυλάξῃ· [8] πειρῶ δὲ τῇ ἐπινοίᾳ μεταφέρουσα σεαυτὴν ἀποκαθιστάναι πολλάκις εἰς ἐκεῖνον τὸν χρόνον, ἐν ᾧ μηδέπω τοῦ παιδίου τούτου γεγονότος μηδὲν ἔγκλημα πρὸς τὴν τύχην εἴχομεν, εἶτα τὸν νῦν καιρὸν τοῦτον ἐκείνῳ συνάπτειν, ὡς ὁμοίων πάλιν τῶν περὶ ἡμᾶς γεγονότων. ἐπεὶ τὴν γένεσιν, ὦ γύναι, τοῦ τέκνου δυσχεραίνειν δόξομεν ἀμεμπτότερα ποιοῦντες αὑτοῖς τὰ πρὶν ἐκείνην γενέσθαι πράγματα. 610E τὴν δ’ ἐν μέσῳ διετίαν ἐξαιρεῖν μὲν οὐ δεῖ τῆς μνήμης, ὡς δὲ χάριν καὶ ἀπόλαυσιν παρασχοῦσαν ἐν ἡδονῇ τίθεσθαι καὶ μὴ τὸ μικρὸν ἀγαθὸν μέγα νομίζειν κακόν, μηδ’ ὅτι τὸ ἐλπιζόμενον οὐ προσέθηκεν ἡ τύχη, καὶ περὶ τοῦ δοθέντος ἀχαριστεῖν. ἀεὶ μὲν γὰρ ἡ περὶ τὸ θεῖον εὐφημία καὶ τὸ πρὸς τὴν τύχην ἵλεων καὶ ἀμεμφὲς καλὸν καὶ ἡδὺν ἀποδίδωσι καρπόν, ἐν δὲ τοῖς τοιούτοις ὁ μάλιστα τῇ μνήμῃ τῶν ἀγαθῶν ἀπαρυτόμενος καὶ τοῦ βίου πρὸς τὰ φωτεινὰ καὶ λαμπρὰ μεταστρέφων καὶ μεταφέρων ἐκ τῶν σκοτεινῶν καὶ ταρακτικῶν τὴν διάνοιαν ἢ παντάπασιν 610F ἔσβεσε τὸ λυποῦν ἢ τῇ πρὸς τοὐναντίον μίξει μικρὸν καὶ ἀμαυρὸν ἐποίησεν. ὥσπερ γὰρ τὸ μύρον ἀεὶ μὲν εὐφραίνει τὴν ὄσφρησιν πρὸς δὲ τὰ δυσώδη φάρμακόν ἐστιν, οὕτως ἡ ἐπίνοια τῶν ἀγαθῶν ἐν τοῖς κακοῖς καὶ βοηθήματος ἀναγκαίου παρέχεται χρείαν τοῖς μὴ φεύγουσι τὸ μεμνῆσθαι τῶν χρηστῶν μηδὲ πάντα καὶ πάντως μεμφομένοις τὴν τύχην. ὅπερ ἡμῖν παθεῖν οὐ προσήκει συκοφαντοῦσι τὸν ἑαυτῶν βίον, 611A εἰ μίαν ἔσχηκεν ὥσπερ βιβλίον ἀλοιφὴν ἐν πᾶσι καθαροῖς καὶ ἀκεραίοις τοῖς ἄλλοις.
[9] Ὅτι μὲν γὰρ ἐξ ὀρθῶν ἐπιλογισμῶν εἰς εὐσταθῆ διάθεσιν τελευτώντων ἤρτηται τὸ μακάριον, αἱ δ’ ἀπὸ τῆς τύχης τροπαὶ μεγάλας ἀποκλίσεις οὐ ποιοῦσιν οὐδ’ ἐπιφέρουσι συγχυτικὰς ὀλισθήσεις τοῦ βίου, πολλάκις ἀκήκοας. εἰ δὲ δεῖ καὶ ἡμᾶς καθάπερ οἱ πολλοὶ τοῖς ἔξωθεν κυβερνᾶσθαι πράγμασι καὶ τὰ παρὰ τῆς τύχης ἀπαριθμεῖν καὶ κριταῖς χρῆσθαι πρὸς εὐδαιμονίαν τοῖς ἐπιτυχοῦσιν ἀνθρώποις, μὴ σκόπει τὰ νῦν δάκρυα καὶ τὰς 611B ἐπιθρηνήσεις τῶν εἰσιόντων ἔθει τινὶ φαύλῳ περαινομένας πρὸς ἕκαστον, ἀλλ’ ἐννόει μᾶλλον ὡς ζηλουμένη διατελεῖς ὑπὸ τούτων ἐπὶ τέκνοις καὶ οἴκῳ καὶ βίῳ. καὶ δεινόν ἐστιν ἑτέρους μὲν ἡδέως ἂν ἑλέσθαι τὴν σὴν τύχην καὶ τούτου προσόντος ἐφ’ ᾧ νῦν ἀνιώμεθα, σὲ δ’ ἐγκαλεῖν καὶ δυσφορεῖν παρούσῃ καὶ μηδ’ ἀπ’ αὐτοῦ τοῦ δάκνοντος αἰσθάνεσθαι πηλίκας ἔχει τὰ σῳζόμενα χάριτας ἡμῖν· ἀλλ’ ὥσπερ οἱ τοὺς ἀκεφάλους καὶ μειούρους Ὁμήρου στίχους ἐκλέγοντες τὰ δὲ πολλὰ καὶ μεγάλα τῶν πεποιημένων ὑπέρευ παρορῶντες, οὕτως ἐξακριβοῦν καὶ συκοφαντεῖν τοῦ βίου τὰ φαῦλα, 611C τοῖς δὲ χρηστοῖς ἀνάρθρως καὶ συγκεχυμένως ἐπιβάλλουσαν ὅμοιόν τι τοῖς ἀνελευθέροις καὶ φιλαργύροις πάσχειν, οἳ πολλὰ συνάγοντες οὐ χρῶνται παροῦσιν ἀλλὰ θρηνοῦσι καὶ δυσφοροῦσιν ἀπολομένων. εἰ δ’ ἐκείνης ἔχεις οἶκτον ἀγάμου καὶ ἄπαιδος οἰχομένης, αὖθις ἔχεις ἐπ’ ἄλλοις ἡδίω σεαυτὴν ποιεῖν μηδενὸς τούτων ἀτελῆ μηδ’ ἄμοιρον γενομένην· οὐ γάρ ἐστι ταῦτα μεγάλα μὲν τοῖς στερομένοις ἀγαθὰ μικρὰ δὲ τοῖς ἔχουσιν. ἐκείνη δ’ εἰς τὸ ἄλυπον ἥκουσα λυπεῖν ἡμᾶς οὐ δεῖται· τί γὰρ ἡμῖν ἀπ’ ἐκείνης κακόν, 611D εἰ μηδὲν ἐκείνῃ νῦν ἐστι λυπηρόν; καὶ γὰρ αἱ τῶν μεγάλων στερήσεις ἀποβάλλουσι τὸ λυποῦν εἰς τὸ μὴ δεῖσθαι περιγενόμεναι. Τιμοξένα δ’ ἡ σὴ μικρῶν μὲν ἐστέρηται, μικρὰ γὰρ ἔγνω καὶ μικροῖς ἔχαιρεν· ὧν δ’ οὔτ’ αἴσθησιν ἔσχεν οὔτ’ εἰς ἐπίνοιαν ἦλθεν [οὔτ’ ἔλαβεν ἐπίνοιαν], πῶς ἂν στέρεσθαι λέγοιτο;
[10] Καὶ μὴν ἃ τῶν ἄλλων ἀκούεις, οἳ πείθουσι πολλοὺς λέγοντες ὡς οὐδὲν οὐδαμῇ τῷ διαλυθέντι κακὸν οὐδὲ λυπηρόν ἐστιν, οἶδ’ ὅτι κωλύει σε πιστεύειν ὁ πάτριος λόγος καὶ τὰ μυστικὰ σύμβολα τῶν περὶ τὸν Διόνυσον ὀργιασμῶν, 611E ἃ σύνισμεν ἀλλήλοις οἱ κοινωνοῦντες. ὡς οὖν ἄφθαρτον οὖσαν τὴν ψυχὴν διανοοῦ ταὐτὸ ταῖς ἁλισκομέναις ὄρνισι πάσχειν· ἂν μὲν γὰρ πολὺν ἐντραφῇ τῷ σώματι χρόνον καὶ γένηται τῷ βίῳ τούτῳ τιθασὸς ὑπὸ πραγμάτων πολλῶν καὶ μακρᾶς συνηθείας, αὖθις καταίρουσα πάλιν ἐνδύεται καὶ οὐκ ἀνίησιν οὐδὲ λήγει τοῖς ἐνταῦθα συμπλεκομένη πάθεσι καὶ τύχαις διὰ τῶν γενέσεων. μὴ γὰρ οἴου λοιδορεῖσθαι καὶ κακῶς ἀκούειν τὸ γῆρας διὰ τὴν ῥυσότητα καὶ τὴν πολιὰν καὶ τὴν ἀσθένειαν τοῦ σώματος· 611F ἀλλὰ τοῦτ’ αὐτοῦ τὸ χαλεπώτατόν ἐστιν, ὅτι τὴν ψυχὴν ἕωλόν τε ποιεῖ ταῖς μνήμαις τῶν ἐκεῖ καὶ λιπαρῆ περὶ ταῦτα καὶ κάμπτει καὶ πιέζει, τὸν σχηματισμόν, ὃν ἔσχεν ὑπὸ τοῦ σώματος ἐν τῷ πεπονθέναι, διαφυλάττουσαν. ἡ δὲ ληφθεῖσα μὲν ……… ὑπὸ κρειττόνων ἔχεται, καθάπερ ἐκ καμπῆς ὑγρᾶς καὶ μαλθακῆς ἀναχαιτίσασα πρὸς ὃ πέφυκεν. ὥσπερ γὰρ τὸ πῦρ, ἄν τις ἀποσβέσας εὐθὺς ἐξάπτῃ, πάλιν ἀναρριπίζεται καὶ ἀναλαμβάνει ταχέως ………
"ὅπως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι", πλὴν ἔρωτα πολὺν ἐγγενέσθαι τῶν αὐτόθι πραγμάτων καὶ μαλαχθῆναι πρὸς τὸ σῶμα καὶ συντακῆναι καθάπερ ὑπὸ φαρμάκων.
612A [11] Τοῖς δὲ πατρίοις καὶ παλαιοῖς ἔθεσι καὶ νόμοις ἐμφαίνεται μᾶλλον ἡ περὶ τούτων ἀλήθεια. τοῖς γὰρ αὑτῶν νηπίοις ἀποθανοῦσιν οὔτε χοὰς ἐπιφέρουσιν οὔτ’ ἄλλα δρῶσι περὶ αὐτὰ οἷ’ εἰκὸς ὑπὲρ θανόντων ποιεῖν [τοὺς ἄλλους]· οὐ γὰρ μέτεστι γῆς οὐδὲν οὐδὲ τῶν περὶ γῆν αὐτοῖς· οὐδ’ αὐτοῦ περὶ ταφὰς καὶ μνήματα καὶ προθέσεις νεκρῶν φιλοχωροῦσι καὶ παρακάθηνται τοῖς σώμασιν· οὐ γὰρ ἐῶσιν οἱ νόμοι <περὶ> τοὺς τηλικούτους, ὡς οὐχ ὅσιον εἰς βελτίονα καὶ θειοτέραν μοῖραν ἅμα καὶ χώραν μεθεστηκότας ……… ἐπεὶ δὲ τὸ ἀπιστεῖν χαλεπώτερόν ἐστιν αὐτοῖς ἢ τὸ πιστεύειν, 612B τὰ μὲν ἐκτὸς οὕτως ὡς οἱ νόμοι προστάσσουσιν ἔχωμεν, τὰ δ’ ἐντὸς ἔτι μᾶλλον ἀμίαντα καὶ καθαρὰ καὶ σώφρονα διαφυλάττωμεν
(1) ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ.
Θαυμ άσας ο ὖν τὸ ἐ π ὶ π ᾶσι ῥηθὲν ὁ Σύμμαχος ‘ ἆρ'’ ἔφη ‘σ ὺ τὸν πατρι ώτην θε όν, ὦ Λαμπρ ία, ‘ε ὔιον ὀρσιγ ύναικα μαινομ έναις ἀνθέοντα τιμα ῖσι Δι όνυσον’ (Lyr. adesp. 131) ἐγγρ άφεις κα ὶ ὑποποιε ῖς το ῖς ῾Εβρα ίων ἀπορρ ήτοις; ἢ τ ῷ ὄντι λ όγος ἔστι τις ὁ το ῦτον ἐκε ίν ῳ τὸν α ὐ τὸν ἀποφα ίνων;’ ὁ δ ὲ Μοιραγ ένης ὑπολαβ ών ‘ἔα το ῦτον’ ε ἶπεν· ‘ἐ γ ὼ γ ὰρ ᾿Αθηνα ῖος ὢν ἀποκρ ίνομα ί σοι κα ὶ λ έγω μηδ έν' ἄλλον ε ἶναι· κα ὶ τὰ μ ὲ ν πολλ ὰ τ ῶν ε ἰς το ῦτο τεκμηρ ίων μ όνοις ἐστὶ ῥητὰ κα ὶ διδακτ ὰ το ῖς μυουμ ένοις παρ' ἡμ ῖν ε ἰς τὴν τριετηρικ ὴν παντέλειαν· ἃ δ ὲ λ ό γ ῳ διελθε ῖν ο ὐ κεκ ώλυται πρ ὸς φ ίλους ἄνδρας, ἄλλως τε κα ὶ παρ' ο ἶνον ἐ π ὶ το ῖς το ῦ θεο ῦ δ ώροις, ἂν ο ὗτοι κελε ύωσι, λ έγειν ἕτοιμος.’ Πάντων ο ὖν κελευ όντων κα ὶ δεομ ένων ‘πρ ῶτον μ έν’ ἔφη ‘τῆς μεγ ίστης κα ὶ τελειοτάτης ἑορτῆς παρ' α ὐτο ῖς ὁ καιρ ός ἐστιν κα ὶ ὁ τρ όπος Διον ύ σ ῳ προσ ήκων. τὴν γ ὰρ λεγομ ένην νηστε ίαν < ἄγοντες> ἀκμ άζοντι τρυγητ ῷ τρα - πέζας τε προτίθενται παντοδαπ ῆς ὀ π ώρας ὑ π ὸ σκηνα ῖς κα ὶ καλι άσιν ἐκ κλημ άτων μ άλιστα κα ὶ κιττο ῦ διαπεπλεγ - μ έναις· κα ὶ τὴν προτέραν τῆς ἑορτῆς σκην ὴν ὀνομ άζουσιν. ὀλ ίγαις δ' ὕστερον ἡμ έραις ἄλλην ἑορτήν, ο ὐκ † ἂν δι' α ἰνιγμ άτων ἀλλ' ἄντικρυς Β άκχου καλουμ ένην, τελο ῦ - σιν. ἔστι δ ὲ κα ὶ κραδηφορ ία τις ἑορτὴ κα ὶ θυρσοφορ ία παρ' α ὐτο ῖς, ἐν ᾗ θ ύρσους ἔχοντες ε ἰς τὸ ἱερ ὸν ε ἰ σίασιν· ε ἰσελ - θ όντες δ' ὅ τι δρ ῶσιν, ο ὐκ ἴσμεν, ε ἰκ ὸς δ ὲ βακχε ίαν ε ἶναι τὰ ποιο ύμενα· κα ὶ γ ὰρ σ άλπιγξι μικρα ῖς, ὥσπερ ᾿Αργε ῖοι το ῖς Διονυσίοις, ἀνακαλο ύμενοι τὸν θε ὸν χρ ῶνται, κα ὶ κιθαρ ίζοντες ἕτεροι προ ΐασιν, ο ὓς α ὐτο ὶ Λευ ίτας προσονομάζουσιν, εἴτε παρὰ τὸν Λύσιον εἴτε μᾶλλον παρὰ τὸν Εὔιον τῆς ἐπικλήσεως γεγενημένης. οἶμαι δὲ καὶ τὴν τῶν σαββ άτων ἑορτὴν μ ὴ παντάπασιν ἀπροσδι όνυσον ε ἶναι· Σάβους γ ὰρ κα ὶ ν ῦν ἔτι πολλο ὶ το ὺς Β άκχους καλο ῦσιν κα ὶ τα ύτην ἀφι ᾶσι τὴν φων ὴν ὅταν ὀργι άζωσι τ ῷ θε ῷ, <ο ὗ π ίστω>σιν ἔστι δ ήπου κα ὶ παρ ὰ Δημοσθ ένους (18, 260) λαβε ῖν κα ὶ παρ ὰ Μεν άνδρου (fr. 1060), κα ὶ ο ὐκ ἀ π ὸ <τρ ό>που τις ἂν φα ίη το ὔνομα πεποι ῆ σθαι πρ ός τινα σ όβησιν, ἣ κατέχει το ὺς βακχε ύοντας· | α ὐτο ὶ δ ὲ τ ῷ λ ό γ ῳ μαρτυρο ῦσιν, ὅταν σ άββατα τελ ῶσι, μ άλιστα μ ὲν π ίνειν κα ὶ ο ἰνο ῦσθαι παρακαλο ῦντες ἀλλ ήλους, ὅταν δ ὲ κωλύῃ τι με ῖζον, ἀπογε ύεσθα ί γε π άντως ἀκρ άτου νομ ίζοντες. κα ὶ τα ῦτα μ ὲν ε ἰκ ότα φ α ίη τις ἂν ε ἶναι· κατὰ κρ άτος <δ ὲ 2 τοὺς> ἐναντίους πρῶτον μὲν ὁ ἀρχιερεὺς ἐλέγχει, μιτρηφόρος τε προϊὼν ἐν ταῖς ἑορταῖς καὶ νεβρίδα χρυσόπαστον ἐνημμένος, χιτῶνα δὲ ποδήρη φορῶν καὶ κοθόρνους, κώδωνες δὲ πολλοὶ κατακρέμανται τῆς ἐσθῆτος, ὑποκομποῦντες ἐν τῷ βαδίζειν, ὡς καὶ παρ' ἡμῖν· ψόφοις δὲ χρῶνται περὶ τὰ νυκτέλια, καὶ χαλκοκρότους τὰς τοῦ θεοῦ τιθήνας προσαγορεύουσιν· καὶ ὁ δεικνύμενος ἐν τοῖς † ἐναντίοις τοῦ νεὼ θύρσος ἐντετυπωμένος καὶ τύμπανα· ταῦτα γὰρ οὐδενὶ δήπουθεν ἄλλῳ θεῶν ἢ Διονύσῳ προσῆκεν. ἔτι τοίνυν μέλι μὲν οὐ προσφέρουσι ταῖς ἱερουργίαις, ὅτι δοκεῖ φθείρειν τὸν οἶνον κεραννύμενον καὶ τοῦτ' ἦν σπονδὴ καὶ μέθυ, πρὶν ἄμπελον φανῆναι· καὶ μέχρι νῦν τῶν τε βαρβάρων οἱ μὴ ποιοῦντες οἶνον μελίτειον πίνουσιν, ὑποφαρμάσσοντες τὴν γλυκύτητα οἰνώδεσι ῥίζαις καὶ αὐστηραῖς, ῞Ελληνές τε νηφάλια ταὐτὰ καὶ μελίσπονδα θύουσιν, ὡς ἀντίθετον φύσιν μάλιστα τοῦ μέλιτος πρὸς τὸν οἶνον ἔχοντος. ὅτι δὲ τοῦτο νομίζουσι, κἀκεῖνο σημεῖον οὐ μικρόν ἐστι, τὸ πολλῶν τιμωριῶν οὐσῶν παρ' αὐτοῖς μίαν εἶναι μάλιστα διαβεβλημένην, τὴν οἴνου τοὺς κολαζομένους ἀπείργουσαν, ὅσον ἂν τάξῃ χρόνον ὁ κύριος τῆς κολάσεως· τοὺς δ' οὕτω κολα...
ΠΡΟΒΛΗΜΑ Ε. Πότερον οἱ Ἰουδαῖοι σεβόμενοι τὴν ὗν ἢ δυσχεραίνοντες ἀπέχονται τῶν κρεῶν.
Ἐπεὶ δὲ ταῦτ´ ἐρρήθη, βουλομένων τινῶν ἀντικατατείνειν τὸν ἕτερον λόγον ἐκκρούων ὁ Καλλίστρατος ἔφη « πῶς ὑμῖν δοκεῖ λελέχθαι τὸ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, ὅτι τὸ δικαιότατον κρέας οὐκ ἐσθίουσιν; » « ὑπερφυῶς » ἔφη ὁ Πολυκράτης, « ἐγὼ δὲ καὶ προσδιαπορῶ, πότερον οἱ ἄνδρες τιμῇ τινι τῶν ὑῶν ἢ μυσαττόμενοι τὸ ζῷον ἀπέχονται τῆς βρώσεως αὐτοῦ· τὰ γὰρ παρ´ ἐκείνοις λεγόμενα μύθοις ἔοικεν, εἰ μή τινας ἄρα λόγους σπουδαίους ἔχοντες οὐκ ἐκφέρουσιν. » «Ἐγὼ μὲν τοίνυν« » εἶπεν ὁ Καλλίστρατος « οἶμαί τινα τιμὴν τὸ ζῷον ἔχειν παρὰ τοῖς ἀνδράσιν· εἰ δὲ δύσμορφον ἡ ὗς καὶ θολερόν, ἀλλ´ οὐ κανθάρου καὶ γρυ... Καὶ κροκοδείλου καὶ αἰλούρου τὴν ὄψιν ἀτοπώτερον ἢ τὴν φύσιν ἀμουσότερον· οἷς ὡς ἁγιωτάτοις ἱερεῖς Αἰγυπτίων ἄλλοις ἄλλοι προσφέρονται. Τὴν δ´ ὗν ἀπὸ χρηστῆς αἰτίας τιμᾶσθαι λέγουσι· πρώτη γὰρ σχίσασα τῷ προύχοντι τοῦ ῥύγχους, ὥς φασι, τὴν γῆν ἴχνος ἀρόσεως ἔθηκεν καὶ τὸ τῆς ὕνεως ὑφηγήσατ´ ἔργον· ὅθεν καὶ τοὔνομα γενέσθαι τῷ ἐργαλείῳ λέγουσιν ἀπὸ τῆς ὑός. Οἱ δὲ τὰ μαλθακὰ καὶ κοῖλα τῆς χώρας Αἰγύπτιοι γεωργοῦντες οὐδ´ ἀρότου δέονται τὸ παράπαν· ἀλλ´ ὅταν ὁ Νεῖλος ἀπορρέῃ καταβρέξας τὰς ἀρούρας, ἐπακολουθοῦντες τὰς ὗς κατέβαλον, αἱ δὲ χρησάμεναι πάτῳ καὶ ὀρυχῇ ταχὺ τὴν γῆν ἔτρεψαν ἐκ βάθους καὶ τὸν σπόρον ἀπέκρυψαν.
Οὐ δεῖ δὲ θαυμάζειν, εἰ διὰ τοῦτό τινες ὗς οὐκ ἐσθίουσιν, ἑτέρων ζῴων μείζονας ἐπ´ αἰτίαις γλίσχραις, ἐνίων δὲ καὶ πάνυ γελοίαις, τιμὰς ἐχόντων παρὰ τοῖς βαρβάροις. Τὴν μὲν γὰρ μυγαλῆν ἐκτεθειάσθαι λέγουσιν ὑπ´ Αἰγυπτίων τυφλὴν οὖσαν, ὅτι τὸ σκότος τοῦ φωτὸς ἡγοῦντο πρεσβύτερον· τίκτεσθαι δ´ αὐτὴν ἐκ μυῶν πέμπτῃ γενεᾷ νουμηνίας οὔσης· ἔτι δὲ μειοῦσθαι τὸ ἧπαρ ἐν τοῖς ἀφανισμοῖς τῆς σελήνης. Τὸν δὲ λέοντα τῷ ἡλίῳ συνοικειοῦσιν, ὅτι τῶν γαμψωνύχων τετραπόδων βλέποντα τίκτει μόνος, κοιμᾶται δ´ ἀκαρὲς χρόνου καὶ ὑπολάμπει τὰ ὄμματα καθεύδοντος· κρῆναι δὲ {καὶ} κατὰ χασμάτων λεοντείων ἐξιᾶσι κρουνούς, ὅτι Νεῖλος ἐπάγει νέον ὕδωρ ταῖς Αἰγυπτίων ἀρούραις ἡλίου τὸν λέοντα παροδεύοντος. Τὴν δ´ ἶβίν φασιν ἐκκολαφθεῖσαν εὐθὺς ἕλκειν δύο δραχμάς, ὅσον ἄρτι παιδίου γεγονότος καρδίαν· ποιεῖν δὲ τῇ τῶν ποδῶν ἀποστάσει πρὸς ἀλλήλους καὶ πρὸς τὸ ῥύγχος ἰσόπλευρον τρίγωνον. Καὶ τί ἄν τις Αἰγυπτίους αἰτιῷτο τῆς τοσαύτης ἀλογίας, ὅπου καὶ τοὺς Πυθαγορικοὺς ἱστοροῦσιν καὶ ἀλεκτρυόνα λευκὸν σέβεσθαι καὶ τῶν θαλαττίων μάλιστα τρίγλης καὶ ἀκαλήφης ἀπέχεσθαι, τοὺς δ´ ἀπὸ Ζωροάστρου μάγους τιμᾶν μὲν ἐν τοῖς μάλιστα τὸν χερσαῖον ἐχῖνον, ἐχθαίρειν δὲ τοὺς ἐνύδρους μῦς καὶ τὸν ἀποκτείνοντα πλείστους θεοφιλῆ καὶ μακάριον νομίζειν; οἶμαι δὲ καὶ τοὺς Ἰουδαίους, εἴπερ ἐβδελύττοντο τὴν ὗν, ἀποκτείνειν ἄν, ὥσπερ οἱ μάγοι τοὺς μῦς ἀποκτείνουσι· νῦν δ´ ὁμοίως τῷ φαγεῖν τὸ ἀνελεῖν ἀπόρρητόν ἐστιν αὐτοῖς. Καὶ ἴσως ἔχει λόγον, ὡς τὸν ὄνον {δὲ} ἀναφήναντα πηγὴν αὐτοῖς ὕδατος τιμῶσιν, οὕτως καὶ τὴν ὗν σέβεσθαι σπόρου καὶ ἀρότου διδάσκαλον γενομένην· εἰ μή, νὴ Δία, καὶ τοῦ λαγωοῦ φήσει τις ἀπέχεσθαι τοὺς ἄνδρας ὡς μυσερὸν καὶ ἀκάθαρτον δυσχεραίνοντας τὸ ζῷον. »
« Οὐ δῆτ´ » εἶπεν ὁ Λαμπρίας ὑπολαβών « ἀλλὰ τοῦ μὲν λαγωοῦ φείδονται διὰ τὴν πρὸς τὸν μένον ὑπ´ αὐτῶν μυ...στα θηρίον ἐμφερέστατον . Ὁ γὰρ λαγὼς μεγέθους ἔοικε καὶ πάχους ἐνδεὴς ὄνος εἶναι· καὶ γὰρ ἡ χρόα καὶ τὰ ὦτα καὶ τῶν ὀμμάτων ἡ λιπαρότης καὶ τὸ λαμυρὸν ἔοικε θαυμασίως· ὥστε μηδὲν οὕτω μηδὲ μικρὸν μεγάλῳ τὴν μορφὴν ὅμοιον γεγονέναι. Εἰ μὴ νὴ Δία καὶ πρὸς τὰς ποιότητας αἰγυπτιάζοντες τὴν ὠκύτητα τοῦ ζῴου θεῖον ἡγοῦνται καὶ τὴν ἀκρίβειαν τῶν αἰσθητηρίων· ὅ τε γὰρ ὀφθαλμὸς ἄτρυτός ἐστιν αὐτῶν, ὥστε καὶ καθεύδειν ἀναπεπταμένοις τοῖς ὄμμασιν, ὀξυηκοΐᾳ τε δοκεῖ διαφέρειν, ἣν Αἰγύπτιοι θαυμάσαντες ἐν τοῖς ἱεροῖς γράμμασιν ἀκοὴν σημαίνουσιν οὖς λαγωοῦ γράφοντες.
Τὸ δ´ ὕειον κρέας οἱ ἄνδρες ἀφοσιοῦσθαι δοκοῦσιν, ὅτι μάλιστα ... Οἱ βάρβαροι τὰς ἐπὶ χρωτὸς λεύκας καὶ λέπρας δυσχεραίνουσι καὶ τῇ προσβολῇ τὰ τοιαῦτα καταβόσκεσθαι πάθη τοὺς ἀνθρώπους οἴονται, πᾶσαν δ´ ὗν ὑπὸ τὴν γαστέρα λέπρας ἀνάπλεων καὶ ψωρικῶν ἐξανθημάτων ὁρῶμεν, ἃ δή, καχεξίας τινὸς ἐγγενομένης τῷ σώματι καὶ φθορᾶς, ἐπιτρέχειν δοκεῖ τοῖς σώμασιν. Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τὸ θολερὸν περὶ τὴν δίαιταν τοῦ θρέμματος ἔχει τινὰ πονηρίαν· οὐδὲν γὰρ ἄλλο βορβόρῳ χαῖρον οὕτω καὶ τόποις ῥυπαροῖς καὶ ἀκαθάρτοις ὁρῶμεν, ἔξω λόγου τιθέμενοι τὰ τὴν γένεσιν καὶ τὴν φύσιν ἐν αὐτοῖς ἔχοντα τούτοις. Λέγουσι δὲ καὶ τὰ ὄμματα τῶν ὑῶν οὕτως ἐγκεκλάσθαι καὶ κατεσπάσθαι ταῖς ὄψεσιν, ὥστε μηδενὸς ἀντιλαμβάνεσθαι μηδέποτε τῶν ἄνω μηδὲ προσορᾶν τὸν οὐρανόν, ἂν μὴ φερομένων ὑπτίων ἀναστροφήν τινα παρὰ φύσιν αἱ κόραι λάβωσιν· διὸ καὶ μάλιστα κραυγῇ χρώμενον τὸ ζῷον ἡσυχάζειν, ὅταν οὕτω φέρηται, καὶ σιωπᾶν κατατεθαμβημένον ἀηθείᾳ τὰ οὐράνια καὶ κρείττονι φόβῳ τοῦ βοᾶν συνεχόμενον. Εἰ δὲ δεῖ καὶ τὰ μυθικὰ προσλαβεῖν, λέγεται μὲν ὁ Ἄδωνις ὑπὸ τοῦ συὸς διαφθαρῆναι, τὸν δ´ Ἄδωνιν οὐχ ἕτερον ἀλλὰ Διόνυσον εἶναι νομίζουσιν, καὶ πολλὰ τῶν τελουμένων ἑκατέρῳ περὶ τὰς ἑορτὰς βεβαιοῖ τὸν λόγον· οἱ δὲ παιδικὰ τοῦ Διονύσου γεγονέναι· καὶ Φανοκλῆς, ἐρωτικὸς ἀνήρ, ου- - - δήπου πεποίηκεν.
Ἔτι τοίνυν μέλι μὲν οὐ προσφέρουσι ταῖς ἱερουργίαις, ὅτι δοκεῖ φθείρειν τὸν οἶνον κεραννύμενον καὶ τοῦτ´ ἦν σπονδὴ καὶ μέθυ, πρὶν ἄμπελον φανῆναι· καὶ μέχρι νῦν τῶν τε βαρβάρων οἱ μὴ ποιοῦντες οἶνον μελίτειον πίνουσιν, ὑποφαρμάσσοντες τὴν γλυκύτητα οἰνώδεσι ῥίζαις καὶ αὐστηραῖς, Ἕλληνές τε νηφάλια ταὐτὰ καὶ μελίσπονδα θύουσιν, ὡς ἀντίθετον φύσιν μάλιστα τοῦ μέλιτος πρὸς τὸν οἶνον ἔχοντος. Ὅτι δὲ τοῦτο νομίζουσι, κἀκεῖνο σημεῖον οὐ μικρόν ἐστι, τὸ πολλῶν τιμωριῶν οὐσῶν παρ´ αὐτοῖς μίαν εἶναι μάλιστα διαβεβλημένην, τὴν οἴνου τοὺς κολαζομένους ἀπείργουσαν, ὅσον ἂν τάξῃ χρόνον ὁ κύριος τῆς κολάσεως· τοὺς δ´ οὕτω κολα...
https://el.wikisource.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%83%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AC_%CE%94%CE%84
httofis66.blogspot.com/2017/05/bogpost_9.html
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ἑλένης ἐγκώμιον (10) – Η Πύλη για την ελληνική …
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Πανηγυρικός (4) – Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα
* Ο ΕΥΡΥΣΘΕΑΣ ΗΤΑΝ ΕΓΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΑ.
Εκαταίος μεν ουν ο Μιλήσιος περί της Πελοποννήσου φησίν, διότι προ των Ελλήνων ώοκησαν αυτήν βάρβαροι. Σχεδόν δε τι και η σύμπασα Ελλάς κατοικία βαρβάρων υπήρξε το παλαιόν, απ’ αυτών λογιζομένοις των μνημονευομένων. Πέλοπος μεν της Φρυγίας επαγαγομένου λαόν εις την απ’ αυτού κληθείσαν Πελοπόννησον, Δαναού δε εξ Αιγύπτου, Δρυόπων τε και Καυκώνων και Πελασγών και Λελέγων και άλλων τοιούτων κατανειμαμένων τα εντός Ισθμού και τα εκτός δε. Την μεν γαρ Αττικήν οι μετά Ευμόλπου Θραίκες έσχον, της δε Φωκίδος την Δαυλίδα Τηρεύς, την δε Καδμεία οι μετά Κάδμου Φοίνικες, αυτήν δε την Βοιωτίαν Άονες και Τέμμικες και Ύαντες· ως δε Πίνδαρος φησίν, Ην ότε σύας Βοιώτιον έθνος ένεπον. Και από των ονομάτων δε ενίων το βάρβαρον εμφαίνεται· Κέκροψ και Κόδρος και Άικλος και Κόθος και Δρύμας και Κρίνακος. Οι δε Θραικες και Ιλλυριοί και Ηπειρώται και μέχρι νυν εν πλευραίς εισίν· έτι μέντοι μάλλον πρότερον η νυν, όπου γε και της εν τωι παρόντι Ελλάδος αναντιλέκτως ούσης την πολλήν οι βάρβαροι έχουσι, Μακεδονίαν μεν Θραικες και τινά μέρη της Θετταλίας, Ακαρνανίας δε και Αιτωλίας άνω Θεσπρωτοί και Κασσωπαίοι και Αμφιλόχιοι και Μολοττοί και Αθάμανες, Ηπειρωτικά έθνη («Γεωγραφικά», βιβλίο Ζ΄, 1). Τὸ δὲ Ἑλληνικὸν γλώσσῃ μέν, ἐπείτε ἐγένετο, αἰεί κοτε τῇ αὐτῇ διαχρᾶται, ὡς ἐμοὶ καταφαίνεται εἶναι· ἀποσχισθὲν μέντοι ἀπὸ τοῦ Πελασγικοῦ ἐὸν ἀσθενές, ἀπὸ σμικροῦ τεο τὴν ἀρχὴν ὁρμώμενον αὔξηται ἐς πλῆθος τῶν ἐθνέων, Πελασγῶν μάλιστα προσκεχωρηκότων αὐτῷ καὶ ἄλλων ἐθνέων βαρβάρων συχνῶν. πρὸς δὴ ὦν ἔμοιγε δοκέει οὐδέ τὸ Πελασγικὸν ἔθνος, ἐὸν βάρβαρον, οὐδαμὰ μεγάλως αὐξηθῆναι.
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ.
[67] Όσα έχω παραλείψει είναι πολύ περισσότερα από αυτά που έχω πει. Εκτός από τις τέχνες, τις φιλοσοφικές σπουδές και όλες τις άλλες ωφέλειες που θα μπορούσε κανείς να αποδώσει σ᾽ εκείνη και στον Τρωικό πόλεμο, θα μπορούσαμε επίσης δίκαια να θεωρήσουμε ότι η Ελένη ήταν η αιτία που δεν γίναμε δούλοι των βαρβάρων. Θα διαπιστώσουμε ότι χάρη σ᾽ αυτήν είναι μονοιασμένοι οι Έλληνες και έκαναν από κοινού εκστρατεία εναντίον των βαρβάρων, και τότε για πρώτη φορά έστησε η Ευρώπη τρόπαιο νίκης επί της Ασίας. [68] Εξαιτίας αυτών πετύχαμε πολύ μεγάλη αλλαγή των πραγμάτων. Έτσι, ενώ πιο μπροστά οι βάρβαροι που ζούσαν δυστυχισμένοι στα μέρη τους είχαν την αξίωση να εξουσιάζουν τις ελληνικές πόλεις —για παράδειγμα, ο Δαναός έφυγε από την Αίγυπτο και κατέλαβε το Άργος, ο Κάδμος από τη Σιδώνα έγινε βασιλιάς της Θήβας, οι Κάρες είχαν εγκατασταθεί στα νησιά, και ο Πέλοπας, ο γιος του Ταντάλου, έγινε κύριος όλης της Πελοποννήσου— μετά τον πόλεμο εκείνο όμως η φυλή μας έλαβε τόσο μεγάλη πρόοδο, ώστε να αφαιρέσει από τους βαρβάρους και πόλεις μεγάλες και πολλά εδάφη. [69] Εάν λοιπόν θελήσουν κάποιοι ρήτορες να επεξεργαστούν αυτά και να τα αναπτύξουν, δεν θα τους λείψουν οι αφορμές από όπου ξεκινώντας θα μπορέσουν να εγκωμιάσουν την Ελένη, πέραν των όσων έχουν λεχθεί· αντίθετα, θα βρουν πολλά νέα επιχειρήματα να αναφέρουν γι᾽ αυτήν. Η ελευθερία πίστεως είναι Θεόδοτη. Συνεπώς έχει το δικαίωμα ο κάθε άνθρωπος να πιστεύει όπου επιθυμεί, σε όποια θρησκεία τον εκφράζει. Εν τούτοις κανείς δεν έχει το δικαίωμα, να πλαστογραφεί και να παραποιεί την ιστορία, στα πλαίσια ενός ιδιότυπου θρησκευτικού φανατισμού.
«Την παλιά εποχή ξέσπασε λοιμώδης ασθένεια στην Αίγυπτο και οι ντόπιοι την απέδωσαν στους ασεβείς αλλόφυλους. Προ αυτού μερικοί από αυτούς συσπειρώθηκαν και ήρθαν στην Ελλάδα. Αρχηγοί τους ήσαν ο Κάδμος και ο Δαναός. Οι υπόλοιποι πήγαν στην Ιουδαία, που τότε ήταν ακατοίκητη, και των οποίων επικεφαλής ήταν ο επονομαζόμενος Μωυσής, ένας άνδρας με φρόνηση και ανδρεία». (Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος Μ, Απόσπασμα 3) «Λένε επίσης οι Αιγύπτιοι πως και οι άποικοι που έφυγαν μαζί με το Δαναό από την Αίγυπτο εγκαταστάθηκαν στην αρχαιότερη σχεδόν ελληνική πόλη, στο Άργος και πως οι λαοί των Κόλχων στον Πόντο και την Ιουδαίων μεταξύ Αραβίας και Συρίας ιδρύθηκαν ως αποικίες από ανθρώπους που έφυγαν από εκεί….. ο Κάδμος ήταν από τις Θήβες της Αιγύπτου και μαζί με τα άλλα παιδιά γέννησε και τη Σεμέλη. Στα κατοπινά χρόνια, ο Ορφέας, που απόκτησε μεγάλη φήμη ανάμεσα στους Έλληνες για τη μουσική, τις τελετές και τα θεολογικά ζητήματα, φιλοξενήθηκε από τους απογόνους του Κάδμου και δέχτηκε εξαιρετικές τιμές στις Θήβες». (Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος 1, 23-24 και 28-29)
(2) Τόσο λοιπόν ηρωική κι ελευθερόψυχη και τόσο γερή στο φρόνημα και ρωμαλέα στην ψυχή είναι η πολιτεία μας και τόσο στην ουσία της [245d] μισοβάρβαρη, γιατ᾽ είμαστε πραγματικά και ειλικρινά γνήσιοι Έλληνες και δεν έρρευσε ποτέ στις φλέβες μας βαρβαρικό αίμα. Κι όλα αυτά γιατί στ᾽ αληθινά δε συγκατοικούνε και δε ζούνε μαζί μ᾽ εμάς στη χώρα μας ούτε Πέλοπες ούτε Κάδμοι ούτε Αίγυπτοι ούτε Δαναοί κι ούτε άλλοι πολλοί λογής λογής βάρβαροι στη φύση κι Έλληνες μονάχα με το νόμο, αλλά γνήσιοι Έλληνες κι όχι βαρβαρόσποροι, κατοικούμε αιώνες απάνω στη γη αυτή κι έχουμε γι᾽ αυτό το λόγο φυσικά έμφυτο κι αιώνιο βαθιά μέσα μας ριζωμένο το μίσος εναντίον των βαρβάρων. Αλλά και πάλι εβρεθήκαμε και σε τούτη την περίσταση πολιτικά απομονωμένοι, [245e] γιατί δεν εστέρξαμε να διαπράξουμε αισχρό και ανόσιο έργο παραδίνοντας Έλληνες στους βαρβάρους. Έτσι όμως εφτάσαμε σε μια πολιτική κατάσταση όμοια σαν κι εκείνη που υπήρξε η αίτια να νικηθούμε άλλοτε, αλλά με τη βοήθεια των θεών κατορθώσαμε τούτη τη φορά να τελειώσουμε τον πόλεμο με καλύτερους όρους παρά την εποχή εκείνη, γιατί εγλιτώσαμε από τον πόλεμο έχοντας στο τέλος και το στόλο μας και τα τείχη μας και τις αποικίες μας· το ίδιο άλλωστε και οι εχθροί μας με χαρά και προθυμία εδέχτηκαν να πάψει ο πόλεμος αναμεταξύ μας. Ωστόσο εχάσαμε και στον πόλεμο αυτό γενναίους και ηρωικούς άντρες, κι εκείνους που εβρήκανε το θάνατο στη μάχη της Κορίνθου από τις φυσικές αναποδιές και κακοτοπιές της γης όπου έγινε η μάχη και τους άλλους που έπεσαν στο Λέχαιο [246a] θύματα προδοσίας· ηρωικά επίσης επολέμησαν κι όσοι ελευτερώσανε το βασιλιά της Περσίας και ξεκαθαρίσανε όλες τις θάλασσες από τους Λακεδαιμονίους. Τους άντρες τούτους ξαναφέρνω εγώ τώρα στη μνήμη σας και χρέος έχετε να εγκωμιάζετε μαζί μ᾽ έμενα και να τιμάτε τέτοιους ήρωες.
ΟΙ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ ΙΟΥΔΑΙΟΙ-ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΟΥΝ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Διαβάζοντας τους αρχαίους συγγραφείς Εκαταίο Μιλήσιο (Στράβων 7, 321), Θουκυδίδη (Α, 3 – 9), Ηρόδοτο (Ιστορία Α 54 - 58), Ισοκράτη (Παναθηναϊκός, Ελένης εγκώμιον 68 – 69, Πανηγυρικός κ.α.), Διόδωρο (1, 23-24 και 28-29, Μ, Απόσπασμα 3),και τον Μέγα Αριστοκλή, τον Ύπατο των φιλοσόφων (Μενέξενος, 245c-d), διαπιστώνουμε ότι πριν από τους Τρωικούς πολέμους και συγκεκριμένα το 1500 π.Χ. ξεσπούν στην Αίγυπτο λοιμώδης ασθένειες (οι 7 πληγές, σύμφωνα με την Αγία Γραφή) και οι ντόπιοι τις αποδίδουν στους ασεβείς αλλόφυλους. Για να αποφύγουν την οργή των ντόπιων οι μετανάστες που ζούσαν στην Αίγυπτο συσπειρώνονται και φεύγουν σε άλλα μέρη. Ένα μέρος των Ισραηλιτών με αρχηγό τον Μωυσή κατευθύνονται δια ξηράς στην Ιουδαία.
Οι Δαναοί με πλοία και με αρχηγό το Δαναό μέσω Ρόδου πάνε στο Άργος της Πελοποννήσου. Όταν έφτασαν εκεί ήρθαν σε σύγκρουση με τους κατοίκους του Άργους, που ήσαν Αχαιοί στην γενιά. Ωστόσο επειδή ο βασιλιάς των Αργείων που ονομάζονταν Γελάνωρ δεν είχε γιο για διάδοχο και από την άλλη δεν είχε στρατιωτικές ικανότητες για να νικήσει , οι Αργείοι κάλεσαν τον Δαναό για συνθηκολόγηση και αφετέρου να γίνει κοινός βασιλιάς. Αυτός είναι και ο λόγος που μετά τα Τρωικά οι Αργείοι ονομάζονταν και Αχαιοί-Δαναοί και Αργείοι και από αυτούς κατ’ επέκτασιν και όλοι οι Έλληνες. Με αρχηγό τον Κάδμο οι Φοίνικες πέρασαν σε πολλά Ελληνικά νησιά στο Αιγαίο, καθώς και στην Βοιωτία της Ελλάδας όπου έκτισαν την Καδμεία ή Θήβα της Ελλάδας. Η πόλη αυτή ονομάστηκε Καδμεία από το όνομα του Κάδμου και Θήβα λόγω της πατρίδας του Κάδμου, τις Θήβες της Αιγύπτου.
Σύμφωνα με το Πάριο χρονικό κάτι που διαβεβαιώνουν οι μεγάλοι σοφοί Αριστοκλής-Πλάτωνας, Ηρόδοτος, Ισοκράτης, Θουκυδίδης και άλλοι, οι Δαναοί έφτασαν στην Πελοπόννησο το έτος 1511 π.Χ. και ο Κάδμος στην Βοιωτία το έτος 1519 π.Χ. Οι Δαναοί έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο (έγινε το έτος 1218 - 1209 π.Χ). Αντίθετα οι Καδμείοι ή Θηβαίοι δεν έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο και κατά τα Περσικά μήδισαν, επειδή ήσαν Φοινικικής-βαρβαρικής καταγωγής (Ηρόδοτος). (1)
Oι Αιγύπτιοι και οι άποικοι που έφυγαν μαζί με το Δαναό από την Αίγυπτο εγκαταστάθηκαν στην αρχαιότερη σχεδόν ελληνική πόλη, στο Άργος και πως οι λαοί των Κόλχων στον Πόντο και την Ιουδαίων μεταξύ Αραβίας και Συρίας ιδρύθηκαν ως αποικίες από ανθρώπους που έφυγαν από εκεί. Η οικογένεια των Περσειδών από το Άργος θεωρούσε γενάρχη της τον Δαναό, που ήλθε από την Ανατολή, και οἱ Θηβαίοι τιμούσαν ως γενάρχη τους τον Κάδμο γιο του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα, που ήλθε στην Ελλάδα από την Παλαιστίνη, εγκαταστάθηκε στη Θήβα και συνέβαλε στη γένεση των λεγόμενων Σπαρτών από τα δόντια του δράκοντα. Σύμφωνα και με τον Ευριπίδη (Φοίνισσες 247), «κοινόν αίμα» ενώνει τους Θηβαίους με τους Φοίνικες.
Ο Κάδμος ήταν από τις Θήβες της Αιγύπτου και μαζί με τα άλλα παιδιά γέννησε και τη Σεμέλη. Στα κατοπινά χρόνια, ο Ορφέας, που απόκτησε μεγάλη φήμη ανάμεσα στους Έλληνες για την μουσική, τις τελετές και τα θεολογικά ζητήματα, φιλοξενήθηκε από τους απογόνους του Κάδμου και δέχτηκε εξαιρετικές τιμές στις Θήβες». (Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος 1, 23-24 και 28-29) «Ο Εκαταίος ο Μιλήσιος αναφέρει ότι η Πελοπόννησος πριν από τους Έλληνες την κατοίκησαν βάρβαροι. Εξάλλου, ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα κατοικία βαρβάρων υπήρξε, στους παλιούς καιρούς, έτσι λογάριαζαν όσοι μνημονεύουν αυτά τα πράγματα, γιατί ο Πέλοπας έφερε ένα λαό από τη Φρυγία στη χώρα που απ' αυτόν ονομάστηκε Πελοπόννησος, και ο Δαναός από την Αίγυπτο, κι οι Δρύοπες, οι Καύκωνες κι οι Πελασγοί κι οι Λέλεγες και άλλοι τέτοιοι λαοί μοίρασαν τους τόπους πάνω και κάτω από τον ισθμό.
Tην Αττική κατέλαβαν Θράκες προκαλώντας φοβερή γενοκτονία με τον θεουργό Εύμολπο, την Δαυλίδα της Φωκίδας ο Τηρεύς, την Καδμεία οι Φοίνικες που ήρθαν με τον Κάδμο, και την ίδια τη Βοιωτία κατέκτησαν οι Aονες, οι Τέμμικες και οι Ύαντες, ως και Πίνδαρος φησίν. Ην ότε υας Βοιωτιον ένεπον. Και από των ονομάτων δε ενίων το βάρβαρον εμφαίνεται, Κέκροψ, και Κόδρος, και Αίκλος, και Κόθος, και Δρύμας, και Κρίνακος.
Οι δε Θράκες, και Ιλλυριοί, και Ηπειρώται, και μέχρι νυν εν πλευραίς εισίν. ΄Τοισι μέντοι μάλλον πρότερον, ή νυν, όπου γε και της εν τω παρόντι Ελλάδος αναντιλέκτως ούσης..» (Στράβων 7, 321). Οι Φοίνικες σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Α -2) κατάγονταν από την Ερυθρά θάλασσα, πήγαν με αρχηγό τον Αγήνορα στην Φοινίκη της Ασίας, την χώρα απέναντι από την Κύπρο και όπου οι πόλεις Τύρος, Σιδών, εξ ου και η ονομασία Φοίνικες. Χαναάν σημαίνει «χώρα της πορφύρας, το όνομα δηλαδή προέρχεται από το ερυθρό χρώμα που εξάγεται από την επεξεργασία της πορφύρας.
https://www.agniyogahellas.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%BF%CE%BD%CF%85%CF%83%CE%BF%CF%83-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BB%CF%89%CE%BD/
* Ο ΕΥΡΥΣΘΕΑΣ ΗΤΑΝ ΕΓΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΑ.
Εκαταίος μεν ουν ο Μιλήσιος περί της Πελοποννήσου φησίν, διότι προ των Ελλήνων ώοκησαν αυτήν βάρβαροι. Σχεδόν δε τι και η σύμπασα Ελλάς κατοικία βαρβάρων υπήρξε το παλαιόν, απ’ αυτών λογιζομένοις των μνημονευομένων. Πέλοπος μεν της Φρυγίας επαγαγομένου λαόν εις την απ’ αυτού κληθείσαν Πελοπόννησον, Δαναού δε εξ Αιγύπτου, Δρυόπων τε και Καυκώνων και Πελασγών και Λελέγων και άλλων τοιούτων κατανειμαμένων τα εντός Ισθμού και τα εκτός δε. Την μεν γαρ Αττικήν οι μετά Ευμόλπου Θραίκες έσχον, της δε Φωκίδος την Δαυλίδα Τηρεύς, την δε Καδμεία οι μετά Κάδμου Φοίνικες, αυτήν δε την Βοιωτίαν Άονες και Τέμμικες και Ύαντες· ως δε Πίνδαρος φησίν, Ην ότε σύας Βοιώτιον έθνος ένεπον. Και από των ονομάτων δε ενίων το βάρβαρον εμφαίνεται· Κέκροψ και Κόδρος και Άικλος και Κόθος και Δρύμας και Κρίνακος. Οι δε Θραικες και Ιλλυριοί και Ηπειρώται και μέχρι νυν εν πλευραίς εισίν· έτι μέντοι μάλλον πρότερον η νυν, όπου γε και της εν τωι παρόντι Ελλάδος αναντιλέκτως ούσης την πολλήν οι βάρβαροι έχουσι, Μακεδονίαν μεν Θραικες και τινά μέρη της Θετταλίας, Ακαρνανίας δε και Αιτωλίας άνω Θεσπρωτοί και Κασσωπαίοι και Αμφιλόχιοι και Μολοττοί και Αθάμανες, Ηπειρωτικά έθνη («Γεωγραφικά», βιβλίο Ζ΄, 1). Τὸ δὲ Ἑλληνικὸν γλώσσῃ μέν, ἐπείτε ἐγένετο, αἰεί κοτε τῇ αὐτῇ διαχρᾶται, ὡς ἐμοὶ καταφαίνεται εἶναι· ἀποσχισθὲν μέντοι ἀπὸ τοῦ Πελασγικοῦ ἐὸν ἀσθενές, ἀπὸ σμικροῦ τεο τὴν ἀρχὴν ὁρμώμενον αὔξηται ἐς πλῆθος τῶν ἐθνέων, Πελασγῶν μάλιστα προσκεχωρηκότων αὐτῷ καὶ ἄλλων ἐθνέων βαρβάρων συχνῶν. πρὸς δὴ ὦν ἔμοιγε δοκέει οὐδέ τὸ Πελασγικὸν ἔθνος, ἐὸν βάρβαρον, οὐδαμὰ μεγάλως αὐξηθῆναι.
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ.
[67] Όσα έχω παραλείψει είναι πολύ περισσότερα από αυτά που έχω πει. Εκτός από τις τέχνες, τις φιλοσοφικές σπουδές και όλες τις άλλες ωφέλειες που θα μπορούσε κανείς να αποδώσει σ᾽ εκείνη και στον Τρωικό πόλεμο, θα μπορούσαμε επίσης δίκαια να θεωρήσουμε ότι η Ελένη ήταν η αιτία που δεν γίναμε δούλοι των βαρβάρων. Θα διαπιστώσουμε ότι χάρη σ᾽ αυτήν είναι μονοιασμένοι οι Έλληνες και έκαναν από κοινού εκστρατεία εναντίον των βαρβάρων, και τότε για πρώτη φορά έστησε η Ευρώπη τρόπαιο νίκης επί της Ασίας. [68] Εξαιτίας αυτών πετύχαμε πολύ μεγάλη αλλαγή των πραγμάτων. Έτσι, ενώ πιο μπροστά οι βάρβαροι που ζούσαν δυστυχισμένοι στα μέρη τους είχαν την αξίωση να εξουσιάζουν τις ελληνικές πόλεις —για παράδειγμα, ο Δαναός έφυγε από την Αίγυπτο και κατέλαβε το Άργος, ο Κάδμος από τη Σιδώνα έγινε βασιλιάς της Θήβας, οι Κάρες είχαν εγκατασταθεί στα νησιά, και ο Πέλοπας, ο γιος του Ταντάλου, έγινε κύριος όλης της Πελοποννήσου— μετά τον πόλεμο εκείνο όμως η φυλή μας έλαβε τόσο μεγάλη πρόοδο, ώστε να αφαιρέσει από τους βαρβάρους και πόλεις μεγάλες και πολλά εδάφη. [69] Εάν λοιπόν θελήσουν κάποιοι ρήτορες να επεξεργαστούν αυτά και να τα αναπτύξουν, δεν θα τους λείψουν οι αφορμές από όπου ξεκινώντας θα μπορέσουν να εγκωμιάσουν την Ελένη, πέραν των όσων έχουν λεχθεί· αντίθετα, θα βρουν πολλά νέα επιχειρήματα να αναφέρουν γι᾽ αυτήν. Η ελευθερία πίστεως είναι Θεόδοτη. Συνεπώς έχει το δικαίωμα ο κάθε άνθρωπος να πιστεύει όπου επιθυμεί, σε όποια θρησκεία τον εκφράζει. Εν τούτοις κανείς δεν έχει το δικαίωμα, να πλαστογραφεί και να παραποιεί την ιστορία, στα πλαίσια ενός ιδιότυπου θρησκευτικού φανατισμού.
«Την παλιά εποχή ξέσπασε λοιμώδης ασθένεια στην Αίγυπτο και οι ντόπιοι την απέδωσαν στους ασεβείς αλλόφυλους. Προ αυτού μερικοί από αυτούς συσπειρώθηκαν και ήρθαν στην Ελλάδα. Αρχηγοί τους ήσαν ο Κάδμος και ο Δαναός. Οι υπόλοιποι πήγαν στην Ιουδαία, που τότε ήταν ακατοίκητη, και των οποίων επικεφαλής ήταν ο επονομαζόμενος Μωυσής, ένας άνδρας με φρόνηση και ανδρεία». (Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος Μ, Απόσπασμα 3) «Λένε επίσης οι Αιγύπτιοι πως και οι άποικοι που έφυγαν μαζί με το Δαναό από την Αίγυπτο εγκαταστάθηκαν στην αρχαιότερη σχεδόν ελληνική πόλη, στο Άργος και πως οι λαοί των Κόλχων στον Πόντο και την Ιουδαίων μεταξύ Αραβίας και Συρίας ιδρύθηκαν ως αποικίες από ανθρώπους που έφυγαν από εκεί….. ο Κάδμος ήταν από τις Θήβες της Αιγύπτου και μαζί με τα άλλα παιδιά γέννησε και τη Σεμέλη. Στα κατοπινά χρόνια, ο Ορφέας, που απόκτησε μεγάλη φήμη ανάμεσα στους Έλληνες για τη μουσική, τις τελετές και τα θεολογικά ζητήματα, φιλοξενήθηκε από τους απογόνους του Κάδμου και δέχτηκε εξαιρετικές τιμές στις Θήβες». (Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος 1, 23-24 και 28-29)
(2) Τόσο λοιπόν ηρωική κι ελευθερόψυχη και τόσο γερή στο φρόνημα και ρωμαλέα στην ψυχή είναι η πολιτεία μας και τόσο στην ουσία της [245d] μισοβάρβαρη, γιατ᾽ είμαστε πραγματικά και ειλικρινά γνήσιοι Έλληνες και δεν έρρευσε ποτέ στις φλέβες μας βαρβαρικό αίμα. Κι όλα αυτά γιατί στ᾽ αληθινά δε συγκατοικούνε και δε ζούνε μαζί μ᾽ εμάς στη χώρα μας ούτε Πέλοπες ούτε Κάδμοι ούτε Αίγυπτοι ούτε Δαναοί κι ούτε άλλοι πολλοί λογής λογής βάρβαροι στη φύση κι Έλληνες μονάχα με το νόμο, αλλά γνήσιοι Έλληνες κι όχι βαρβαρόσποροι, κατοικούμε αιώνες απάνω στη γη αυτή κι έχουμε γι᾽ αυτό το λόγο φυσικά έμφυτο κι αιώνιο βαθιά μέσα μας ριζωμένο το μίσος εναντίον των βαρβάρων. Αλλά και πάλι εβρεθήκαμε και σε τούτη την περίσταση πολιτικά απομονωμένοι, [245e] γιατί δεν εστέρξαμε να διαπράξουμε αισχρό και ανόσιο έργο παραδίνοντας Έλληνες στους βαρβάρους. Έτσι όμως εφτάσαμε σε μια πολιτική κατάσταση όμοια σαν κι εκείνη που υπήρξε η αίτια να νικηθούμε άλλοτε, αλλά με τη βοήθεια των θεών κατορθώσαμε τούτη τη φορά να τελειώσουμε τον πόλεμο με καλύτερους όρους παρά την εποχή εκείνη, γιατί εγλιτώσαμε από τον πόλεμο έχοντας στο τέλος και το στόλο μας και τα τείχη μας και τις αποικίες μας· το ίδιο άλλωστε και οι εχθροί μας με χαρά και προθυμία εδέχτηκαν να πάψει ο πόλεμος αναμεταξύ μας. Ωστόσο εχάσαμε και στον πόλεμο αυτό γενναίους και ηρωικούς άντρες, κι εκείνους που εβρήκανε το θάνατο στη μάχη της Κορίνθου από τις φυσικές αναποδιές και κακοτοπιές της γης όπου έγινε η μάχη και τους άλλους που έπεσαν στο Λέχαιο [246a] θύματα προδοσίας· ηρωικά επίσης επολέμησαν κι όσοι ελευτερώσανε το βασιλιά της Περσίας και ξεκαθαρίσανε όλες τις θάλασσες από τους Λακεδαιμονίους. Τους άντρες τούτους ξαναφέρνω εγώ τώρα στη μνήμη σας και χρέος έχετε να εγκωμιάζετε μαζί μ᾽ έμενα και να τιμάτε τέτοιους ήρωες.
ΟΙ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ ΙΟΥΔΑΙΟΙ-ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΟΥΝ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Διαβάζοντας τους αρχαίους συγγραφείς Εκαταίο Μιλήσιο (Στράβων 7, 321), Θουκυδίδη (Α, 3 – 9), Ηρόδοτο (Ιστορία Α 54 - 58), Ισοκράτη (Παναθηναϊκός, Ελένης εγκώμιον 68 – 69, Πανηγυρικός κ.α.), Διόδωρο (1, 23-24 και 28-29, Μ, Απόσπασμα 3),και τον Μέγα Αριστοκλή, τον Ύπατο των φιλοσόφων (Μενέξενος, 245c-d), διαπιστώνουμε ότι πριν από τους Τρωικούς πολέμους και συγκεκριμένα το 1500 π.Χ. ξεσπούν στην Αίγυπτο λοιμώδης ασθένειες (οι 7 πληγές, σύμφωνα με την Αγία Γραφή) και οι ντόπιοι τις αποδίδουν στους ασεβείς αλλόφυλους. Για να αποφύγουν την οργή των ντόπιων οι μετανάστες που ζούσαν στην Αίγυπτο συσπειρώνονται και φεύγουν σε άλλα μέρη. Ένα μέρος των Ισραηλιτών με αρχηγό τον Μωυσή κατευθύνονται δια ξηράς στην Ιουδαία.
Οι Δαναοί με πλοία και με αρχηγό το Δαναό μέσω Ρόδου πάνε στο Άργος της Πελοποννήσου. Όταν έφτασαν εκεί ήρθαν σε σύγκρουση με τους κατοίκους του Άργους, που ήσαν Αχαιοί στην γενιά. Ωστόσο επειδή ο βασιλιάς των Αργείων που ονομάζονταν Γελάνωρ δεν είχε γιο για διάδοχο και από την άλλη δεν είχε στρατιωτικές ικανότητες για να νικήσει , οι Αργείοι κάλεσαν τον Δαναό για συνθηκολόγηση και αφετέρου να γίνει κοινός βασιλιάς. Αυτός είναι και ο λόγος που μετά τα Τρωικά οι Αργείοι ονομάζονταν και Αχαιοί-Δαναοί και Αργείοι και από αυτούς κατ’ επέκτασιν και όλοι οι Έλληνες. Με αρχηγό τον Κάδμο οι Φοίνικες πέρασαν σε πολλά Ελληνικά νησιά στο Αιγαίο, καθώς και στην Βοιωτία της Ελλάδας όπου έκτισαν την Καδμεία ή Θήβα της Ελλάδας. Η πόλη αυτή ονομάστηκε Καδμεία από το όνομα του Κάδμου και Θήβα λόγω της πατρίδας του Κάδμου, τις Θήβες της Αιγύπτου.
Σύμφωνα με το Πάριο χρονικό κάτι που διαβεβαιώνουν οι μεγάλοι σοφοί Αριστοκλής-Πλάτωνας, Ηρόδοτος, Ισοκράτης, Θουκυδίδης και άλλοι, οι Δαναοί έφτασαν στην Πελοπόννησο το έτος 1511 π.Χ. και ο Κάδμος στην Βοιωτία το έτος 1519 π.Χ. Οι Δαναοί έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο (έγινε το έτος 1218 - 1209 π.Χ). Αντίθετα οι Καδμείοι ή Θηβαίοι δεν έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο και κατά τα Περσικά μήδισαν, επειδή ήσαν Φοινικικής-βαρβαρικής καταγωγής (Ηρόδοτος). (1)
Oι Αιγύπτιοι και οι άποικοι που έφυγαν μαζί με το Δαναό από την Αίγυπτο εγκαταστάθηκαν στην αρχαιότερη σχεδόν ελληνική πόλη, στο Άργος και πως οι λαοί των Κόλχων στον Πόντο και την Ιουδαίων μεταξύ Αραβίας και Συρίας ιδρύθηκαν ως αποικίες από ανθρώπους που έφυγαν από εκεί. Η οικογένεια των Περσειδών από το Άργος θεωρούσε γενάρχη της τον Δαναό, που ήλθε από την Ανατολή, και οἱ Θηβαίοι τιμούσαν ως γενάρχη τους τον Κάδμο γιο του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα, που ήλθε στην Ελλάδα από την Παλαιστίνη, εγκαταστάθηκε στη Θήβα και συνέβαλε στη γένεση των λεγόμενων Σπαρτών από τα δόντια του δράκοντα. Σύμφωνα και με τον Ευριπίδη (Φοίνισσες 247), «κοινόν αίμα» ενώνει τους Θηβαίους με τους Φοίνικες.
Ο Κάδμος ήταν από τις Θήβες της Αιγύπτου και μαζί με τα άλλα παιδιά γέννησε και τη Σεμέλη. Στα κατοπινά χρόνια, ο Ορφέας, που απόκτησε μεγάλη φήμη ανάμεσα στους Έλληνες για την μουσική, τις τελετές και τα θεολογικά ζητήματα, φιλοξενήθηκε από τους απογόνους του Κάδμου και δέχτηκε εξαιρετικές τιμές στις Θήβες». (Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος 1, 23-24 και 28-29) «Ο Εκαταίος ο Μιλήσιος αναφέρει ότι η Πελοπόννησος πριν από τους Έλληνες την κατοίκησαν βάρβαροι. Εξάλλου, ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα κατοικία βαρβάρων υπήρξε, στους παλιούς καιρούς, έτσι λογάριαζαν όσοι μνημονεύουν αυτά τα πράγματα, γιατί ο Πέλοπας έφερε ένα λαό από τη Φρυγία στη χώρα που απ' αυτόν ονομάστηκε Πελοπόννησος, και ο Δαναός από την Αίγυπτο, κι οι Δρύοπες, οι Καύκωνες κι οι Πελασγοί κι οι Λέλεγες και άλλοι τέτοιοι λαοί μοίρασαν τους τόπους πάνω και κάτω από τον ισθμό.
Tην Αττική κατέλαβαν Θράκες προκαλώντας φοβερή γενοκτονία με τον θεουργό Εύμολπο, την Δαυλίδα της Φωκίδας ο Τηρεύς, την Καδμεία οι Φοίνικες που ήρθαν με τον Κάδμο, και την ίδια τη Βοιωτία κατέκτησαν οι Aονες, οι Τέμμικες και οι Ύαντες, ως και Πίνδαρος φησίν. Ην ότε υας Βοιωτιον ένεπον. Και από των ονομάτων δε ενίων το βάρβαρον εμφαίνεται, Κέκροψ, και Κόδρος, και Αίκλος, και Κόθος, και Δρύμας, και Κρίνακος.
Οι δε Θράκες, και Ιλλυριοί, και Ηπειρώται, και μέχρι νυν εν πλευραίς εισίν. ΄Τοισι μέντοι μάλλον πρότερον, ή νυν, όπου γε και της εν τω παρόντι Ελλάδος αναντιλέκτως ούσης..» (Στράβων 7, 321). Οι Φοίνικες σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Α -2) κατάγονταν από την Ερυθρά θάλασσα, πήγαν με αρχηγό τον Αγήνορα στην Φοινίκη της Ασίας, την χώρα απέναντι από την Κύπρο και όπου οι πόλεις Τύρος, Σιδών, εξ ου και η ονομασία Φοίνικες. Χαναάν σημαίνει «χώρα της πορφύρας, το όνομα δηλαδή προέρχεται από το ερυθρό χρώμα που εξάγεται από την επεξεργασία της πορφύρας.
https://www.agniyogahellas.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%BF%CE%BD%CF%85%CF%83%CE%BF%CF%83-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BB%CF%89%CE%BD/
0 comments: